Παρασκευή 16 Μαΐου 2014

Σχιζοφρένεια: Τα πρώτα συμπτώματα ξεκινούν στο τέλος της εφηβείας


  • Σημαντικά στοιχεία που πρέπει να γνωρίζουμε και να θυμόμαστε
Από την Mαρίνα Οικονόµου-Λαλιώτη. Επικ. Καθηγήτρια Ψυχιατρικής και το 
Πρόγραμμα «αντι-στίγμα» Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ)
• Η σχιζοφρένεια είναι μία από τις πιο σοβαρές χρόνιες ψυχικές διαταραχές.
• Προσβάλλει περίπου 1 στους 100 ανθρώπους, ανεξάρτητα από το φύλο, την κοινωνική τάξη, τη χώρα ή το πολιτισμικό περιβάλλον . Είναι μια αρρώστια οικουμενική.
• Τα πρώτα συμπτώματά της εμφανίζονται κυρίως στο τέλος της εφηβείας και στην αρχή της ενήλικης ζωής.
• Τα βασικά της συμπτώματα είναι οι παραληρητικές ιδέες, οι ψευδαισθήσεις και οι δυσκολίες στη σκέψη, το συναίσθημα και τη συμπεριφορά. Επηρεάζουν σοβαρά τη ζωή του ασθενή, σε ψυχοσυναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά και τη λειτουργία ολόκληρης της οικογένειάς του, καθώς και την κοινωνία ευρύτερα.
• Η αιτιολογία της σχιζοφρένειας δεν είναι πλήρως διευκρινισμένη, όμως κάποιοι παράγοντες φαίνεται να παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην εκδήλωσή της, όπως η κληρονομικότητα και διαταραχές στη χημεία του εγκεφάλου.
• Το στρες φαίνεται να επηρεάζει την εκδήλωση και την πορεία της σχιζοφρένειας και μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα.
• Η σχιζοφρένεια μπορεί σήμερα να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με ειδικά φάρμακα και, συμπληρωματικά σε αυτά, ψυχοκοινωνικές και ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις.
• Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας είναι ασφαλή, δεν προκαλούν εθισμό και βοηθούν στη βελτίωση ή και την πλήρη υποχώρηση των συμπτωμάτων, καθώς και στην πρόληψη των υποτροπών.
• Η διακοπή των φαρμάκων διπλασιάζει σχεδόν τις πιθανότητες για υποτροπή.

ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ

Μύθος: Τα άτομα με σχιζοφρένεια είναι συνήθως βίαια και επικίνδυνα.
Αλήθεια: Τα άτομα με σχιζοφρένεια δεν είναι συνήθως βίαια και επικίνδυνα. Το στερεότυπο της βίας και της επικινδυνότητας που συνοδεύει τη σχιζοφρένεια προβάλλει μια εικόνα πολύ διαφορετική από αυτήν που ισχύει στην πραγματικότητα. Τα άτομα με σχιζοφρένεια τις περισσότερες φορές δεν είναι θύτες, αλλά θύματα βίαιης συμπεριφοράς ή κακοποίησης. Συγκεκριμένα, οι έρευνες έχουν δείξει ότι:
• Η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων με ψυχική ασθένεια δεν χρησιμοποιεί βία και, γενικότερα, τα άτομα με ψυχική ασθένεια δεν είναι περισσότερο επικίνδυνα σε σύγκριση με τον «υγιή» πληθυσμό.
• Τα άτομα με σχιζοφρένεια εμφανίζουν ελαφρά αυξημένους δείκτες στα εγκλήματα βίας, γεγονός που όμως εντοπίζεται κυρίως σε περιπτώσεις μη λήψης των φαρμάκων ή ακαταλληλότητας της θεραπείας, καθώς και έλλειψης στήριξης και αποδοχής.
• Τα εγκλήματα βίας που διαπράττονται από άτομα με σχιζοφρένεια έχουν διαφορετικό κίνητρο από αυτά που διαπράττονται από τους «υγιείς»· συχνά, οι βίαιες εκδηλώσεις συνδέονται με την πεποίθηση ότι ο ασθενής απειλείται. Η βία αυτή στρέφεται συνήθως εναντίον ατόμων του στενού οικογενειακού περιβάλλοντός τους ή εναντίον πρόσωπων σε θέσεις εξουσίας, όπως πολιτικοί, γιατροί ή δικαστές.
• Οι παραληρητικές ιδέες με περιεχόμενό απειλητικό για τη ζωή του ασθενή αυξάνουν τον κίνδυνο εκδήλωσης βίαιης συμπεριφοράς. Συνεπώς η κατάλληλη θεραπεία των παραληρητικών ιδεών μειώνει αισθητά τον παραπάνω κίνδυνο.
• Γενικά, οι παράγοντες που θεωρούνται ότι ενισχύουν τη χρήση βίας είναι οι ίδιοι τόσο για τον «υγιή» πληθυσμό όσο και για τα άτομα με σχιζοφρένεια: το ανδρικό φύλο, η κοινωνική απόρριψη και η απομόνωση, το ιστορικό προηγούμενης βίαιης συμπεριφοράς και η κατάχρηση ουσιών και αλκοόλ.

Μύθος: Τα άτομα με σχιζοφρένεια έχουν «διπλή» ή «διχασμένη» προσωπικότητα.
Αλήθεια: Τα άτομα με σχιζοφρένεια δεν έχουν «διχασμένη προσωπικότητα». Αυτό ίσως λέγεται γιατί συχνά στα άτομα με σχιζοφρένεια παρατηρείται αντιφατική και παράδοξη συμπεριφορά. Η σύγχυση επίσης προκύπτει από την ετοιμολογία της λέξης, η οποία παραπέμπει στη σημασία της «σχάσης του νου» («σχίζω τας φρένας»). Στην πραγματικότητα όμως η σχιζοφρένεια δεν έχει σχέση με αυτό που αντιπροσωπεύει ως ψυχιατρική κατάσταση η «διχασμένη προσωπικότητα» (διαταραχή πολλαπλών προσωπικοτήτων), η ύπαρξη δηλαδή δύο -ή και περισσότερων- διακριτών προσωπικοτήτων στο ίδιο άτομο. Η παρερμηνεία αυτή τροφοδοτεί τη μεταφορική χρήση της λέξης «σχιζοφρένεια» στην καθομιλουμένη, όπου συνήθως περιγράφει ένα κράμα αντιφατικών καταστάσεων. Ωστόσο, η κοινή χρήση του όρου απέχει πολύ από την ορθή ψυχιατρική σημασία του και του προσδίδει νοήματα που πολύ απέχουν από το τι είναι στην πραγματικότητα η σχιζοφρένεια.

Μύθος: Τα άτομα με σχιζοφρένεια πρέπει να κλείνονται στο ψυχιατρείο.
Αλήθεια: Τα άτομα με σχιζοφρένεια πρέπει να νοσηλεύονται όταν και όσο το χρειάζονται πραγματικά. Η νοσηλεία γίνεται συνήθως όταν κυριαρχούν τα οξέα συμπτώματα της νόσου και όταν αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε εξωνοσοκομειακή βάση. Μάλιστα, η σύγχρονη ψυχιατρική θεωρεί ότι η σχιζοφρένεια μπορεί να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά έξω από τα ιδρύματα, στον φυσικό χώρο του ασθενή στην κοινότητα. Σε γενικές γραμμές, οι ασθενείς που ακολουθούν σωστά σχεδιασμένα, σύγχρονα εξωνοσοκομειακά προγράμματα, παρουσιάζουν καλύτερη έκβαση της νόσου τους σε σύγκριση με εκείνους που αντιμετωπίζονται μέσα στο νοσοκομείο. Ο εγκλεισμός, αντίθετα, στερεί τον ασθενή από κοινωνικά ερεθίσματα, τον οδηγεί στην περιθωριοποίηση και την κοινωνική απομόνωση. Σήμερα, ακόμη και οι ασθενείς που παρουσιάζουν οξέα συμπτώματα μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά έξω από το νοσοκομείο, όταν παρακολουθούνται από τους κατάλληλα εκπαιδευμένους επαγγελματίες ψυχικής υγείας.

Μύθος: Η φυλακή είναι το κατάλληλο μέρος για τα άτομα με σχιζοφρένεια.
Αλήθεια: Τα άτομα με σχιζοφρένεια δεν πρέπει να κρατούνται στη φυλακή. Η κατάστασή τους είναι πολύ πιθανό να επιδεινωθεί αν αντιμετωπιστούν τιμωρητικά, χωρίς να τους παρέχεται κατάλληλη θεραπεία και φροντίδα. Οι φυλακές δεν στοχεύουν στη θεραπεία, παρά στην κράτηση και τον σωφρονισμό· έτσι, απλά και μόνο «αποθηκεύουν» τους ψυχικά ασθενείς.

Μύθος: Για τη σχιζοφρένεια ευθύνονται οι γονείς και το οικογενειακό περιβάλλον.
Αλήθεια: Η οικογένεια δεν ευθύνεται για την ανάπτυξη της σχιζοφρένειας. Δεν υπάρχουν αποδείξεις που να συνηγορούν στο ότι το οικογενειακό περιβάλλον, η ελλιπής διαπαιδαγώγηση ή η κακή ανατροφή προκαλούν σχιζοφρένεια. Αντίθετα, τα βιολογικά αίτια της νόσου τεκμηριώνονται επαρκώς από τα ερευνητικά στοιχεία. Παλαιότερες θεωρίες, που υποστήριζαν ότι για τη σχιζοφρένεια ευθύνονται διάφορες μορφές δυσλειτουργίας της οικογένειας, έκαναν χιλιάδες γονείς να υποφέρουν από συναισθήματα ντροπής και ενοχής. Σήμερα όμως έχει αποδειχθεί ότι το συναισθηματικό φορτίο και η γενικότερη επιβάρυνση από τη σχιζοφρένεια είναι τεράστια για τα μέλη των οικογενειών. Αυτό λοιπόν που χρειάζονται οι οικογένειες είναι κατανόηση, συμπαράσταση και υποστήριξη.

Μύθος: Τα άτομα με σχιζοφρένεια δεν μπορούν να εργαστούν.
Αλήθεια: Τα άτομα με σχιζοφρένεια μπορούν να εργαστούν -ακόμη κι αν παρουσιάζουν συμπτώματα. Μάλιστα, οι επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι η κατάλληλη εργασία συμβάλλει στη βελτίωση της υγείας των ατόμων που πάσχουν από σοβαρές ψυχικές ασθένειες. Γενικά, η εργασία είναι ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής και μέσα από αυτήν ο ασθενής μπορεί να βοηθηθεί με διάφορους τρόπους. Η εργασία συμβάλλει στη βελτίωση της αυτοεκτίμησης, ενώ παράλληλα αποτελεί πηγή εσόδων και έτσι ενισχύει τη θέση του ασθενή μέσα στην οικογένεια. Λειτουργεί επίσης παρέχοντας ένα δομημένο πρόγραμμα στην καθημερινότητά του και εμπλουτίζει με ενδιαφέρον και περιεχόμενο τη ζωή του. Επιπλέον, αποτελεί ένα πλαίσιο που ευνοεί τις διαπροσωπικές σχέσεις και τις κοινωνικές επαφές με άλλους εργαζόμενους, ενισχύοντας έτσι την κοινωνικότητα και εντάσσοντας τον ασθενή σε ομάδες «υγιών».

Μύθος: Κανείς δεν θεραπεύεται από τη σχιζοφρένεια.
Αλήθεια: Κάθε ασθενής με σχιζοφρένεια έχει διαφορετική εξέλιξη. Η σχιζοφρένεια είναι μια ασθένεια με πολλές μορφές, με διαφορετική πορεία, έκβαση και διαφορετική ανταπόκριση στη θεραπεία σε κάθε περίπτωση. Η υπεραπλουστευμένη θεώρηση ότι η σχιζοφρένεια είναι μια ανίατη νόσος οδηγεί σε απελπισία και απόγνωση και τους ασθενείς και τους συγγενείς τους. Παρότι πρόκειται για μια χρόνια και σοβαρή ψυχική διαταραχή, με την κατάλληλη θεραπεία το 30% των ασθενών διατηρούν μια σημαντική λειτουργικότητα. Ένα ποσοστό 20-30% παρουσιάζουν κάποια συμπτώματα στη διάρκεια της ζωής τους, τα οποία όμως τους επιτρέπουν να έχουν μια ικανοποιητική και παραγωγική ζωή, να εργάζονται και να ζουν αυτόνομα. Μόνο το 1/3 περίπου των ασθενών έχει συχνές εξάρσεις της νόσου και χρειάζεται συνεχή φροντίδα και υποστήριξη.

Η ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ ΣΗΜΕΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ
Αρκεί:
-να αναγνωρίζεται έγκαιρα
-ο ασθενής να παίρνει τα φάρμακά του και να έχει ψυχοθεραπευτική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη
-η οικογένεια να συμμετέχει στη θεραπευτική προσπάθεια
-το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον να απομυθοποιήσει την ασθένεια και να αποδεχθεί τον ασθενή ως άνθρωπο που έχει ανάγκη από συμπαράσταση και βοήθεια

Πρόγραμμα «αντι-στίγμα»
Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου