Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Ο επίσκοπος και η χαρισματική προσευχή μιας απλής γυναίκας

ΦΩΤΟ:costasbalafas.gr
ΦΩΤΟ:costasbalafas.gr
Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος Σελέντης ἀνέφερε: «Μ’ ἔμαθε νά προσεύχωμαι κατανυκτικά καί μέ δάκρυα μία ἁπλῆ γυναικούλα, πού κατοικοῦσε στό Πέραμα Πειραιῶς καί τήν ἀποκαλοῦσαν περιφρονητικά ὄχι μέ τ’ ὄνομά της, ἀλλά μέ τό παρατσούκλι “ἡ Αὐγουλοῦ”, γιατί πούλαγε φρέσκα αὐγά, νά ἐξοικονομήση τόν “ἄρτον τόν ἐπιούσιον”.
Ὡς περιοδεύων πέρασα μιά μέρα ἀπ’ τό φτωχικό της σπίτι, γιά νά εἰσπράξω μιά συνδρομή γιά τό περιοδικό ΖΩΗ.

Εφτά πράγματα που δεν πρέπει να έχεις

Σε δημοπρασία τα στρογγυλά γυαλιά του Γκάντι
Σύμφωνα με το μεγάλο Ινδό ηγέτη, Μαχάτμα Γκάντι τα παρακάτω συνιστούν τα 7 αμαρτήματα της κοινωνίας. Στην κοινωνία που αυτός οραματίστηκε οι άνθρωποι δεν πρέπει να έχουν:

1. Πλούτο χωρίς μόχθο
2. Απόλαυση χωρίς συναίσθημα
3. Εμπόριο χωρίς ήθος
4. Γνώση χωρίς χαρακτήρα
5. Επιστήμη χωρίς ανθρωπιά
6. Λατρεία χωρίς θυσία
7. Πολιτική χωρίς αρχές

Άγιος Ερμείας 31 Μαΐου

Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.

Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια

φώτο: Μικρή προτομή του Μ. Κωνσταντίνου από χαλκηδόνιο λίθο, των αρχών του 4ου αιώνα. Διακρίνεται στο θώρακα το σύμβολο του Σταυρού. (Παρίσι, Εθνική Βιβλιοθήκη)

Του π. Γ. Δ. Μεταλληνού, τ. Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός ξεσκεπάζει μια Δυτικόφερτη συνωμοσία των αρχαίων Παγανιστών, την οποία συνεχίζουν να συντηρούν σε συνεργασία Νεοπαγανιστές και Προτεστάντες!


«Η εορτή του αγίου Κωνσταντίνου και της μητέρας του, της αγίας Ελένης, που είχαμε πριν από δύο μέρες, επικαιροποιεί το θέμα το οποίον εξαγγείλατε προηγουμένως.

Η σωστή χρήση των πηγών
Είναι γεγονός ότι η στάση των ιστορικών απέναντι στο Μέγα Κωνσταντίνο είναι αντιφατική. Για άλλους υπήρξε μέγα αίνιγμα ή στυγνός δολοφόνος και καιροσκόπος, για άλλους δε, το μέγα θαύμα της ιστορίας.

15 σημάδια ότι ίσως έχεις έλλειψη σιδήρου

Η έλλειψη σιδήρου είναι από τις πιο συχνές διατροφικές διαταραχές των ημερών, με τις γυναίκες να διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο...

Ο σίδηρος είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή αιμοσφαιρίνης, απαραίτητη για τη μεταφορά του οξυγόνου στο σώμα μας. Επειδή όμως σε αρκετές περιπτώσεις η έλλειψη σιδήρου παρουσιάζει συμπτώματα παραπλανητικά, αγνοούμε το ζήτημα και οδηγούμαστε στην αναιμία.


Τα σημάδια που δείχνουν έλλειψη σιδήρου:

Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων 30 Μαΐου

Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών. Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους.

Ψηφίδες μνήμης στην θάλασσα της λήθης. (Κ.Τσιλιγιάννη.Χρονικό ανακάλυψης του τάφου και της ανακομιδής των Αγίων Λειψάνων του Οσίου Μαξίμου του Γραικού)

resize_of_maxim_grek_1

Η Ανακομιδή των Λειψάνων του Αγίου Μαξίμου του Γραικού
Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου Μαξίμου του Γραικού ήταν ένα θέμα που απασχολούσε σοβαρά τον Πατριάρχη της Μόσχας και πάσης Ρωσσίας κ.κ. Αλέξιο, αλλά αργούσε να επιτευχθεί αυτή για ουσιαστικούς και τυπικούς λόγους.

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Ο Νεομάρτυς Νάννος (Ιωάννης) ο Θεσσαλονικεύς (1785 – 29 Μαΐου 1802)

Ο Νεομάρτυς Νάννος-Ιωάννης ανήκει στους Μακεδόνες νεομάρτυρες. Μαρτύρησε στη Σμύρνη στα 1802 σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη από γονείς Μακεδόνες. Ο πατέρας του καταγόταν από το χωριό Αβρέτ-Ισσάρ, σήμερα παλαιό Γυναικόκαστρο του νομού Κιλκίς, μόλις τριάντα χιλιόμετρα βόρεια της Θεσσαλονίκης, και η μητέρα του από το χωριό Λόκοβι της Χαλκιδικής, σήμερα Ταξιάρχης του νομού. Γνωρίστηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου κατοικούσαν, δημιούργησαν οικογένεια κι απέκτησαν δύο αγόρια, τον πρωτότοκο Θεόδωρο και τον μικρότερο Ιωάννη, που τον φώναζαν χαϊδευτικά Νάννο, αλλά και για να διακρίνεται από τον ομώνυμο πατέρα του Ιωάννη.
neomartur2
Η οικογένεια ήταν μια ορθόδοξη ελληνική οικογένεια με ευσέβεια και πίστη στο Χριστό, αρετές που οι γονείς τις μετέδωσαν και στα παιδιά τους.

Τέλος στη δυσκοιλιότητα με 10 τροφές

Δυσκοιλιότητα: Μάθετε όλες τις τροφές που θα σας βοηθήσουν να την αντιμετωπίσετε


Μούρα
Βατόμουρα, φράουλες, είναι παραδείγματα φρούτων που περιέχουν καλή ποσότητα ινών. Έχουν λίγες θερμίδες, επομένως μπορείτε να καταναλώσετε μεγάλο μπολ μούρων, να τα ρίξετε στο πρωινό με τα δημητριακά σας ή να τα αναμείξετε με τις τηγανίτες.

Το μυστικό σπήλαιο του μαρμαρωμένου βασιλιά ! Συγκλονιστικές μαρτυρίες!

MARMAROMENOS
Αγιορείτες Γέροντες, λένε πως ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς είναι ο Άγιος Ιωάννης Δούκας Βατάτζης ο Ελεήμων, ο Αυτοκράτορας δηλαδή Νικαίας, ο οποίος βρέθηκε παντελώς άφθαρτος στον τάφο του στην Μικρασία, τόσο ο ίδιος, όσο και τα βασιλικά του

Ένα σύντομο χρονικό των της Αλώσεως.......

1453 μ.Χ. 7 Απριλίου. Ο Μωχάμετ (Μωάμεθ) Β΄ αρχίζει την πολιορκία της Πόλης με 250.000 στρατό, έναντι 7.000 μόλις υπερασπιστών (5.000 Έλληνες + 2.000 Γενουάτες, Βενετοί κ.α.). Η βοήθεια, την οποία προσδοκούσε - μετά το "συλλείτουργο" που είχε κάνει με το μαχαίρι στην καρδιά - ο Παλαιολόγος, δεν ήρθε. Μόνο ο Ιουστινιάνης έφτασε με 700 για να βοηθήσει. Ο Πάπας είχε πετύχει διπλή ΝΙΚΗ. Αφού πέτυχε το εξευτελιστικό "συλλείτουργο" ανοίγοντας δρόμο πολλών προς τη Ρώμη, τώρα θα πετύχαινε και την τέλεια υποταγή, αφού χωρίς Βασιλεύουσα, χωρίς Υπερασπιστή, η Ορθοδοξία θα ξεχνιόταν για πάντα… Έτσι νόμισαν πολλοί… Αλλά δεν ήταν αυτό το θέλημα του Θεού…

Αγία Θεοδοσία η Παρθένος 29 Μαίου

Η Αγία Θεοδοσία καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεν είχε μόνο παρθενικό σώμα, αλλά και παρθενική ψυχή. Από ηλικία 18 χρονών, έλαμπε για το ζήλο και τη θερμή της πίστη, ανάμεσα στις νεαρές ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αυτό καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ουρβανό, που με κάθε δελεαστικό τρόπο προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό. Όμως η παρθένος Θεοδοσία έμεινε αμετακίνητη στο Ιερό της πιστεύω.

Της Αναλήψεως 2014

«Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῶ κόσμω, οἱ οὐρανοὶ ἡτοίμασαν τὸν θρόνον αὐτοῦ, νεφέλαι τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, Ἄγγελοι θαυμάζουσιν, ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν, ὁ Πατὴρ ἐκδέχεται, ὃν ἐν κόλποις ἔχει συναϊδιον, Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον κελεύει πᾶσι τοὶς Ἀγγέλοις αὐτοῦ, Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ἡμῶν, Πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χείρας. ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἣν τὸ πρότερον».

Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Άλωση της Πόλης 1453: Δεύτερη εβδομάδα - Ο Φλαντανελάς σπάει το ναυτικό αποκλεισμό


Η συνέχεια της κοσμογονικής πολιορκίας της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους του σουλτάν Μωάμεθ Β’.

Εβδομάδα δεύτερη:
 12 Απριλίου
 
Ο Τούρκος ναύαρχος Μπάλτογλου, ενισχυμένος με καράβια που κατέβηκαν από τη Μαύρη θάλασσα, επιχειρεί νέα επίθεση στο φράγμα του Κεράτιου.
 
Γίνεται μια πραγματική ναυμαχία, με ανταλλαγές βλημάτων, αναμμένων πυρσών που ωστόσο δεν μπορούν να βλάψουν τις ψηλές χριστιανικές γαλέρες, ενώ τα βέλη και τα ακόντια των χριστιανών που εκτοξεύονταν από τα ψηλά καταστρώματα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικά.
 
Τα χριστιανικά πλοία θα κυκλώσουν τον τούρκικο στόλο που για δεύτερη θα σημάνει υποχώρηση. 
 
Ο Μωάμεθ βλέπει την αποτυχία του, αλλά από τα λάθη βγάζει και χρήσιμα συμπεράσματα. Ένα κανόνι τοποθετείται σε υπερυψωμένο επίπεδο κοντά στο Πέραν και με τη δεύτερη βολή βυθίζει μια χριστιανική γαλέρα… Η πολιορκία μόλις έχει αρχίσει…
 
Τετάρτη 18 Απριλίου
 
Δυο ώρες μετά τη Δύση ο Μωάμεθ διατάζει γενική επίθεση εναντίον του Μεσοτειχίου, το σημείο εκείνο που είχε στοχεύσει ως το πιο αδύνατο. Είχαν προηγηθεί ισχυρές βολές από τη μπομπάρδα του Ουρβανού που είχαν προκαλέσει ρήγματα στην πύλη του Αγίου Ρωμανού.
 
Βαριά οπλισμένοι στρατιώτες, κρατώντας δαυλούς και χτυπώντας δαιμονισμένα τα τύμπανά τους, προσπαθούν να περάσουν την παραγεμισμένη τάφρο και ορμούν προς το φράχτη που είχαν σηκώσει οι υπερασπιστές. 
 
«Δεν μπορώ να περιγράψω τις κραυγές με τις οποίες έφταναν στα τείχη» θυμάται αργότερα ο αυτόπτης μάρτυρας Μπάρμπαρο με ρίγος. Βάζουν φωτιά και εξοπλισμένοι όπως είναι με γάντζους και σκάλες αλλά και καλυπτόμενοι από πολιορκητικούς κριούς, επιχειρούν να ανέβουν σε μέρη του τείχους που είναι ακόμη όρθια.
 
Η σύγκρουση μέσα στη νύχτα είναι άγρια και αμφίρροπη. Καθώς τσάκιζαν και πετσόκοβαν ο ένας τον άλλον, το πλεονέκτημα το είχαν οι αμυνόμενοι που φορούσαν γερές πανοπλίες και διοικούνταν σθεναρά από τον Ιουστινιάνη. Σταδιακά η ορμή των Τούρκων εξασθένησε.
 
Ο αγώνας διήρκησε τέσσερις ώρες. Στην επιθεώρηση που έκανε ο Κων/νος βρήκε την τάφρο και τις όχθες της στρωμένη με κατακρεουργημένα πτώματα. Ο Βενετός Νικόλο Μπάρμπαρο γράφει ότι οι «οι Τούρκοι έχασαν περίπου 200 άνδρες. Ούτε ένας χριστιανός δεν είχε σκοτωθεί». 
 
Έχουν περάσει πάνω από 10 ημέρες από τότε που ξεκίνησε η πολιορκία. Το ηθικό όλων μέσα στην Πόλη αναπτερώνεται. Τα τείχη επιδιορθώνονται, ενώ αν έρθει και βοήθεια, τότε μπορούν να ελπίζουν…
 
Παρασκευή 20 Απριλίου: Ο Φλαντανελάς σπάει τον αποκλεισμό
 
Το πρωινό εκείνο, οι φρουροί στα θαλάσσια τείχη της Πόλης αντικρίζουν στον ορίζοντα τα κατάρτια τεσσάρων πλοίων. Είναι οι τρεις γενοβέζικες γαλέρες που μεταφέρουν όπλα και προμήθειες και ένα αυτοκρατορικό μεταγωγικό γεμάτο με σιτάρι, που είχε ναυλωθεί στη Σικελία υπό τη διεύθυνση του έμπειρου καπετάνιου Φλαντανελά.
 
Είχαν περάσει εύκολα τα αφύλακτα Δαρδανέλια και τώρα έπλεαν στην Προποντίδα σε ορατή απόσταση από τον τουρκικό στόλο που τίθεται σε πολεμική ετοιμότητα. Τα τουρκικά καράβια εξοπλισμένα με κανόνια, κάτω από τυμπανοκρουσίες και ζητωκραυγές, εφορμούν για να αιχμαλωτίσουν τα χριστιανικά.
 
Τέσσερις ευρωπαϊκές μεγάλες γαλέρες αρχίζουν να καταδιώκονται από τον τουρκικό στόλο. Ωστόσο το αποτέλεσμα των ναυτικών αναμετρήσεων εξαρτιόταν λιγότερο από τους αριθμούς και περισσότερο από την πείρα, την αποφασιστικότητα και τις τυχαίες πορείες ανέμων κα ρευμάτων.
 
Οι τακτικές μάχης στη θάλασσα δε διέφεραν πολύ από αυτές της ξηράς. Οι γαλέρες ήταν γεμάτες πολεμιστές, που μετά από μια αρχική βολή επιχειρούσαν να εισβάλλουν στο αντίπαλο πλοίο με σκληρές μάχες σώμα με σώμα. 
 
Νωρίς το απόγευμα τα χριστιανικά πλοία προσεγγίζουν την νοτιοανατολική ακτή της Πόλης. Ο Μπάλτογλου τους κάνει σήμα να σταματήσουν. Η θάλασσα είναι φουρτουνιασμένη και ο άνεμος φυσά αντίθετα με το ρεύμα του Βοσπόρου.
 
Τα χριστιανικά πλοία είναι ψηλότερα και καλά εξοπλισμένα. Από τα ψηλά καταστρώματά τους και τις γέφυρες οι ναύτες ρίχνουν βέλη, πέτρες, ακόντια, ενώ οι Τούρκοι κάνουν προσπάθειες να τα πλησιάσουν.
 
Όταν οι πλώρες τους βρίσκονται κάτω από το πλοίο του Φλαντανελά, οι ναύτες του ρίχνουν υγρό πυρ μέσα από χάλκινα αγγεία, σκοτώνοντας πολλούς Τούρκους. Δυο τουρκικά πλοία τυλίγονται στις φλόγες και βυθίζονται.
 
Τα κουπιά των τουρκικών πλοίων μπλέκονται μεταξύ τους και πολλά σπάνε από τα βλήματα που πέφτουν από ψηλά. Η απώλεια όμως ενός πλοίου γρήγορα αναπληρώνεται από ένα άλλο. 
 
Ο ίδιος ο σουλτάνος από την ακτή, καβάλα στο άλογό του, παρακολουθεί την καταδίωξη των χριστιανικών πλοίων από το Μπάλτογλου. Σκαρφαλωμένοι πάνω στα τείχη, οι πολιορκημένοι παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα την κρίσιμη καταδίωξη.
 
Κι ενώ τα χριστιανικά πλοία είναι έτοιμα να πάρουν την στροφή ακριβώς στην άκρη της ακρόπολης, ο άνεμος κοπάζει και τα πανιά πλαταγίζουν νωχελικά. Το ρεύμα της θάλασσας τα σπρώχνει προς τα τουρκικά.
 
Για τους Τούρκους και το Μπάλτογου είναι τώρα εύκολο να συλλάβουν τη λεία τους. Τα τουρκικά πλοία πλησιάζουν και σαρώνουν με βλήματα τα ευρωπαϊκά, όμως οι ναύτες με βαρέλια γεμάτα νερό κατορθώνουν και σβήνουν τις φλόγες.
 
Ο Μπάλτογλου πλησιάζει την αυτοκρατορική γαλέρα και διατάζει επίθεση. Το ένα κύμα των ανδρών του μετά το άλλο προσπαθεί να επιβιβαστεί σε αυτή, για να απωθηθεί από το Φλαντανελά και το πλήρωμά του.
 
Οι Γενοβέζοι κυβερνήτες των τριών πλοίων φέρνουν κοντά τα πλοία τους που ενώνονται, σαν ένα κάστρο που δίνει τον «υπέρ πάντων αγώνα». Ο Μωάμεθ παρακολουθεί από την ακτή και από την αγωνία του είναι έτοιμος να μπει με το άλογό του στη θάλασσα...
 
Λίγο πριν πέσει η νύχτα, κι ενώ τα χριστιανικά καράβια είναι παγιδευμένα, άνεμος σηκώνεται και πάλι από το βορά.
 
Τα μεγάλα τετράγωνα πανιά φουσκώνουν και οι χριστιανικές γαλέρες αρχίζουν να κινούνται, σπάζουν το τείχος των μικρότερων τουρκικών, ορμούν στην είσοδο του Κεράτιου και με την κάλυψη τριών βενετικών πλοίων εισέρχονται στο ασφαλές καταφύγιο του Κεράτιου.
 
Είναι πια νύχτα, όλα έχουν κριθεί, οι Τούρκοι ηττημένοι αποσύρονται.
 
Ο αντίκτυπος της ναυμαχίας είναι ψυχολογικός για το πεσμένο ηθικό των πολιορκημένων που θα αναπτερωθεί αλλά και ουσιαστικός, καθώς η πόλη αποκτά πρόσθετο ανθρώπινο δυναμικό αλλά και πολύτιμες προμήθειες.
 
Για τους Τούρκους, η ήττα ήταν ταπεινωτική γιατί αποδεικνύεται η κατωτερότητα τους στη θάλασσα. Ο Μπάλτογλου θα καθαιρεθεί και θα ατιμαστεί, ενώ μετά βίας θα γλυτώσει το κεφάλι του. Ο Μωάμεθ «ήταν βαθιά πληγωμένος, έφυγε σιωπηλός, χτυπώντας δυνατά το άλογό του με το καμουτσίκι». Θα ψάξει να βρει άλλες λύσεις…
 
 
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός 28 Μαίου

Ο βίος του Αγίου Ανδρέου συντάχθηκε από τον πρεσβύτερο Νικηφόρο της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περί τα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. (956 - 959 μ.Χ.), επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου.
Ο Άγιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, καταγόταν από την Σκυθία και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886 - 912 μ.Χ.). Από παιδική ηλικία είχε πουληθεί ως δούλος σε κάποιον πρωτοσπαθάριο και στρατηλάτη της Ανατολής, ονομαζόμενο Θεόγνωστο, άνδρα ενάρετο και ευσεβή, ο οποίος τόσο αγάπησε τον μικρό Ανδρέα, ώστε τον μεταχειρίστηκε ως υιό του, φροντίζοντας για την επιμελή και θεοσεβή μόρφωση αυτού.

Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Σε ποια γλώσσα μίλησαν ο Πιλάτος με τον Χριστό; - Στα ελληνικά

Διαβάστε τα στοιχεία εκείνα τα οποία αποδεικνύουν, ότι η συνομιλία μεταξύ Ποντίου Πιλάτου και Ιησού Χριστού έγινε στην…
ελληνική γλώσσα, αφού α) δεν αναφέρουν τα ευαγγέλια την ύπαρξη κάποιου διερμηνέα και β) η ελληνική γλώσσα ήταν διαδεδομένη παντού και οι πάντες γνώριζαν, τουλάχιστον, στην εξελληνισμένη Παλαιστίνη, να μιλούν και να γράφουν ελληνικά!..

Χάλκινο νόμισμα που κόπηκε από τον Πόντιο Πιλάτο. Οπίσθια όψη: Ελληνικά γράμματα TIBEPIOY KAICAPOC (Τιβερίου Καίσαρα ) Πρόσθια όψη Ελληνικά γράμματα IOYLIA KAICAPOC ([Ιουλία -μητέρα του-Καίσαρα)
ΕΙΝΑΙ ένα θέμα που προβληματίζει πολλούς ερευνητές. Αν δηλαδή η συνομιλία που έγινε μεταξύ του Πόντιου Πιλάτου και του Ιησού Χριστού έγινε ή όχι στην ελληνική γλώσσα. Ας δούμε, όμως τι λένε ακριβώς οι 4 ευαγγελιστές και θα επανέλθουμε:
1. ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ:
«… 11 Ο δε Ιησούς έστη έμπροσθεν τού ηγεμόνος· και επηρώτησεν αυτόν ο ηγεμών λέγων· Σύ εί ο βασιλεύς των Ιουδαίων; ο δε έφη αυτώ· Σύ λέγεις. 12 και εν τώ κατηγορείσθαι αυτόν υπό των αρχιερέων και των πρεσβυτέρων ουδέν απεκρίνατο. 13 τότε λέγει αυτώ ο Πιλάτος· Ουκ ακούεις πόσα σου καταμαρτυρούσι; 14 και ουκ απεκρίθη αυτώ προς ουδέ έν ρήμα, ώστε θαυμάζειν τον ηγεμόνα λίαν. 15 Κατά δε την εορτήν ειώθει ο ηγεμών απολύειν ένα τώ όχλω δέσμιον ον ήθελον. 16 είχον δε τότε δέσμιον επίσημον λεγόμενον Βαραββάν. 17 συνηγμένων ούν αυτών είπεν αυτοίς ο Πιλάτος· Τίνα θέλετε απολύσω υμίν, Βαραββάν ή Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν; 18 ήδει γάρ ότι διά φθόνον παρέδωκαν αυτόν. 19 Καθημένου δε αυτού επί τού βήματος απέστειλε προς αυτόν η γυνή αυτού λέγουσα· Μηδέν σοί και τώ δικαίω εκείνω· πολλά γάρ έπαθον σήμερον κατ’ όναρ δι’ αυτόν.
20 Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τους όχλους ίνα αιτήσωνται τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν απολέσωσιν. 21 αποκριθείς δε ο ηγεμών είπεν αυτοίς· Τίνα θέλετε από των δύο απολύσω υμίν; οι δε είπον· Βαραββάν. 22 λέγει αυτοίς ο Πιλάτος· Τί ούν ποιήσω Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν; λέγουσιν αυτώ πάντες· Σταυρωθήτω. 23 ο δε ηγεμών έφη· Τί γάρ κακόν εποίησεν; οι δε περισσώς έκραζον λέγοντες· Σταυρωθήτω. 24 ιδών δε ο Πιλάτος ότι ουδέν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται, λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι τού όχλου, λέγων· Αθώός ειμι από τού αίματος τού δικαίου τούτου· υμείς όψεσθε. 25 και αποκριθείς πάς ο λαός είπε· Τό αίμα αυτού εφ’ ημάς και επί τα τέκνα ημών. 26 τότε απέλυσεν αυτοίς τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν φραγελλώσας παρέδωκεν ίνα σταυρωθή…» (Ματθ. 27, 11-26).
2. ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ:
«1 Καί ευθέως επί το πρωί συμβούλιον ποιήσαντες οι αρχιερείς μετά των πρεσβυτέρων και γραμματέων και όλον το συνέδριον, δήσαντες τον Ιησούν απήνεγκαν και παρέδωκαν τώ Πιλάτω. 2 και επηρώτησεν αυτόν ο Πιλάτος· Σύ εί ο βασιλεύς των Ιουδαίων; ο δε αποκριθείς είπεν αυτώ· Σύ λέγεις. 3 και κατηγόρουν αυτού οι αρχιερείς πολλά, αυτός δε ουδέν απεκρίνατο. 4 ο δε Πιλάτος πάλιν επηρώτα αυτόν λέγων· Ουκ αποκρίνη ουδέν; ίδε πόσα σου καταμαρτυρούσιν. 5 ο δε Ιησούς ουκέτι ουδέν απεκρίθη, ώστε θαυμάζειν τον Πιλάτον. 6 Κατά δε εορτήν απέλυεν αυτοίς ένα δέσμιον όνπερ ητούντο. 7 ήν δε ο λεγόμενος Βαραββάς μετά των συστασιαστών δεδεμένος, οίτινες εν τή στάσει φόνον πεποιήκεισαν. 8 και αναβοήσας ο όχλος ήρξατο αιτείσθαι καθώς αεί εποίει αυτοίς. 9 ο δε Πιλάτος απεκρίθη αυτοίς λέγων· Θέλετε απολύσω υμίν τον βασιλέα των Ιουδαίων;
10 εγίνωσκε γάρ ότι διά φθόνον παραδεδώκεισαν αυτόν οι αρχιερείς. 11 οι δε αρχιερείς ανέσεισαν τον όχλον ίνα μάλλον τον Βαραββάν απολύση αυτοίς. 12 ο δε Πιλάτος αποκριθείς πάλιν είπεν αυτοίς· Τί ούν θέλετε ποιήσω ον λέγετε τον βασιλέα των Ιουδαίων; 13 οι δε πάλιν έκραξαν· Σταύρωσον αυτόν. 14 ο δε Πιλάτος έλεγεν αυτοίς· Τί γάρ εποίησε κακόν; οι δε περισσοτέρως έκραξαν· Σταύρωσον αυτόν. 15 ο δε Πιλάτος βουλόμενος τώ όχλω το ικανόν ποιήσαι, απέλυσεν αυτοίς τον Βαραββάν, και παρέδωκε τον Ιησούν φραγελλώσας ίνα σταυρωθή. (Μάρκ. 15, 1-15)
3. ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ:
«1 Καί αναστάν άπαν το πλήθος αυτών ήγαγον αυτόν επί τον Πιλάτον. 2 ήρξαντο δε κατηγορείν αυτού λέγοντες· Τούτον εύρομεν διαστρέφοντα το έθνος και κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, λέγοντα εαυτόν Χριστόν βασιλέα είναι. 3 ο δε Πιλάτος ηρώτησεν αυτόν λέγων· Σύ εί ο βασιλεύς των Ιουδαίων; ο δε αποκριθείς αυτώ έφη· Σύ λέγεις. 4 ο δε Πιλάτος είπε προς τους αρχιερείς και τους όχλους ότι ουδέν ευρίσκω αίτιον εν τώ ανθρώπω τούτω. 5 οι δε επίσχυον λέγοντες ότι ανασείει τον λαόν διδάσκων καθ’ όλης της Ιουδαίας, αρξάμενος από της Γαλιλαίας έως ώδε. 6 Πιλάτος δε ακούσας Γαλιλαίαν επηρώτησεν ει ο άνθρωπος Γαλιλαίός εστι· 7 και επιγνούς ότι εκ της εξουσίας Ηρώδου εστίν, ανέπεμψεν αυτόν προς Ηρώδην, όντα και αυτόν εν Ιεροσολύμοις εν ταύταις ταίς ημέραις. 8 ο δε Ηρώδης ιδών τον Ιησούν εχάρη λίαν· ήν γάρ εξ ικανού θέλων ιδείν αυτόν διά το ακούειν αυτόν πολλά περί αυτού, και ήλπιζέ τι σημείον ιδείν υπ’ αυτού γινόμενον. 9 επηρώτα δε αυτόν εν λόγοις ικανοίς· αυτός δε ουδέν απεκρίνατο αυτώ.
10 ειστήκεισαν δε οι γραμματείς και οι αρχιερείς εντόνως κατηγορούντες αυτού. 11 εξουθενήσας δε αυτόν ο Ηρώδης σύν τοίς στρατεύμασιν αυτού και εμπαίξας, περιβαλών αυτόν εσθήτα λαμπράν ανέπεμψεν αυτόν τώ Πιλάτω. 12 εγένοντο δε φίλοι ό τε Ηρώδης και ο Πιλάτος εν αυτή τή ημέρα μετ’ αλλήλων· προϋπήρχον γάρ εν έχθρα όντες προς εαυτούς. 13 Πιλάτος δε συγκαλεσάμενος τους αρχιερείς και τους άρχοντας και τον λαόν 14 είπε προς αυτούς· Προσηνέγκατέ μοι τον άνθρωπον τούτον ως αποστρέφοντα τον λαόν, και ιδού εγώ ενώπιον υμών ανακρίνας ουδέν εύρον εν τώ ανθρώπω τούτω αίτιον ών κατηγορείτε κατ’ αυτού. 15 αλλ’ ουδέ Ηρώδης· ανέπεμψα γάρ υμάς προς αυτόν· και ιδού ουδέν άξιον θανάτου εστί πεπραγμένον αυτώ. 16 παιδεύσας ούν αυτόν απολύσω. 17 ανάγκην δε είχεν απολύειν αυτοίς κατά εορτήν ένα. 18 ανέκραξαν δε παμπληθεί λέγοντες· Αίρε τούτον, απόλυσον δε ημίν Βαραββάν· 19 όστις ήν διά στάσιν τινά γενομένην εν τή πόλει και φόνον βεβλημένος εις την φυλακήν.
20 πάλιν ούν ο Πιλάτος προσεφώνησε, θέλων απολύσαι τον Ιησούν. 21 οι δε επεφώνουν λέγοντες· Σταύρωσον σταύρωσον αυτόν. 22 ο δε τρίτον είπε προς αυτούς· Τί γάρ κακόν εποίησεν ούτος; ουδέν άξιον θανάτου εύρον εν αυτώ· παιδεύσας ούν αυτόν απολύσω. 23 οι δε επέκειντο φωναίς μεγάλαις αιτούμενοι αυτόν σταυρωθήναι, και κατίσχυον αι φωναί αυτών και των αρχιερέων. 24 ο δε Πιλάτος επέκρινε γενέσθαι το αίτημα αυτών, 25 απέλυσε δε αυτοίς τον Βαραββάν τον διά στάσιν και φόνον βεβλημένον εις την φυλακήν, ον ητούντο, τον δε Ιησούν παρέδωκε τώ θελήματι αυτών..» (Λουκ. 23, 1-25)
4. ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ:
«… 29 εξήλθεν ούν ο Πιλάτος έξω προς αυτούς και είπε· Τίνα κατηγορίαν φέρετε κατά τού ανθρώπου τούτου;
30 απεκρίθησαν και είπον αυτώ· Ει μη ήν ούτος κακοποιός, ουκ αν σοι παρεδώκαμεν αυτόν. 31 είπεν ούν αυτοίς ο Πιλάτος· Λάβετε αυτόν υμείς και κατά τον νόμον υμών κρίνατε αυτόν. είπον ούν αυτώ οι Ιουδαίοι· Ημίν ουκ έξεστιν αποκτείναι ουδένα· 32 ίνα ο λόγος τού Ιησού πληρωθή ον είπε σημαίνων ποίω θανάτω ήμελλεν αποθνήσκειν. 33 Εισήλθεν ούν εις το πραιτώριον πάλιν ο Πιλάτος και εφώνησε τον Ιησούν και είπεν αυτώ· Σύ εί ο βασιλεύς των Ιουδαίων; 34 απεκρίθη αυτώ ο Ιησούς· Αφ’ εαυτού σύ τούτο λέγεις ή άλλοι σοι είπον περί εμού; 35 απεκρίθη ο Πιλάτος· Μήτι εγώ Ιουδαίός ειμι; το έθνος το σόν και οι αρχιερείς παρέδωκάν σε εμοί· τι εποίησας; 36 απεκρίθη Ιησούς· Η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ τού κόσμου τούτου· ει εκ τού κόσμου τούτου ήν η βασιλεία η εμή, οι υπηρέται αν οι εμοί ηγωνίζοντο, ίνα μη παραδοθώ τοίς Ιουδαίοις· νύν δε η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εντεύθεν. 37 είπεν ούν αυτώ ο Πιλάτος· Ουκούν βασιλεύς εί σύ; απεκρίθη Ιησούς· Σύ λέγεις ότι βασιλεύς ειμι εγώ. εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τή αληθεία· πάς ο ών εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής. 38 λέγει αυτώ ο Πιλάτος· Τί εστιν αλήθεια; και τούτο ειπών πάλιν εξήλθε προς τους Ιουδαίους και λέγει αυτοίς· Εγώ ουδεμίαν αιτίαν ευρίσκω εν αυτώ. 39 έστι δε συνήθεια υμίν ίνα ένα υμίν απολύσω εν τώ πάσχα· βούλεσθε ούν υμίν απολύσω τον βασιλέα των Ιουδαίων;
40 εκραύγασαν ούν πάλιν πάντες λέγοντες· Μή τούτον αλλά τον Βαραββάν. ήν δε ο Βαραββάς ληστής» (Ιω. 18,29-40)
«1 Τότε ούν έλαβεν ο Πιλάτος τον Ιησούν και εμαστίγωσε. 2 και οι στρατιώται πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν αυτού τή κεφαλή, και ιμάτιον πορφυρούν περιέβαλον αυτόν 3 και έλεγον· Χαίρε ο βασιλεύς των Ιουδαίων· και εδίδουν αυτώ ραπίσματα. 4 εξήλθεν ούν πάλιν έξω ο Πιλάτος και λέγει αυτοίς· Ίδε άγω υμίν αυτόν έξω, ίνα γνώτε ότι εν αυτώ ουδεμίαν αιτίαν ευρίσκω. 5 εξήλθεν ούν ο Ιησούς έξω φορών τον ακάνθινον στέφανον και το πορφυρούν ιμάτιον, 6 και λέγει αυτοίς· Ίδε ο άνθρωπος. ότε ούν είδον αυτόν οι αρχιερείς και οι υπηρέται, εκραύγασαν λέγοντες· Σταύρωσον σταύρωσον αυτόν. λέγει αυτοίς ο Πιλάτος· Λάβετε αυτόν υμείς και σταυρώσατε· εγώ γάρ ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν. 7 απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι· Ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον οφείλει αποθανείν, ότι εαυτόν Θεού υιόν εποίησεν. 8 Ότε ούν ήκουσεν ο Πιλάτος τούτον τον λόγον, μάλλον εφοβήθη, 9 και εισήλθεν εις το πραιτώριον πάλιν και λέγει τώ Ιησού· Πόθεν εί σύ; ο δε Ιησούς απόκρισιν ουκ έδωκεν αυτώ.
10 λέγει ούν αυτώ ο Πιλάτος· Εμοί ου λαλείς; ουκ οίδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε και εξουσίαν έχω απολύσαί σε; 11 απεκρίθη Ιησούς· Ουκ είχες εξουσίαν ουδεμίαν κατ’ εμού, ει μη ήν δεδομένον σοι άνωθεν· διά τούτο ο παραδιδούς με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει. 12 εκ τούτου εζήτει ο Πιλάτος απολύσαι αυτόν· οι δε Ιουδαίοι έκραζον λέγοντες· Εάν τούτον απολύσης, ουκ εί φίλος τού Καίσαρος. πάς ο βασιλέα εαυτόν ποιών αντιλέγει τώ Καίσαρι. 13 ο ούν Πιλάτος ακούσας τούτον τον λόγον ήγαγεν έξω τον Ιησούν, και εκάθισεν επί τού βήματος εις τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον, Εβραϊστί δε Γαββαθά· 14 ήν δε παρασκευή τού πάσχα, ώρα δε ωσεί έκτη· και λέγει τοίς Ιουδαίοις· Ίδε ο βασιλεύς υμών. 15 οι δε εκραύγασαν· Άρον άρον, σταύρωσον αυτόν. λέγει αυτοίς ο Πιλάτος· Τόν βασιλέα υμών σταυρώσω; απεκρίθησαν οι αρχιερείς· Ουκ έχομεν βασιλέα ει μη Καίσαρα. 16 τότε ούν παρέδωκεν αυτόν αυτοίς ίνα σταυρωθή…» (Ιω.19, 1-15).
Η συνομιλία έγινε στα ελληνικά!..
Σε δύο τηλεοπτικές εκπομπές που κάναμε στο παρελθόν με τον (αείμνηστο σήμερα) φίλο μου, συγγραφέα και ιστορικό ερευνητή Διονύση Γ. Χιώνη, όπου παρουσιάζαμε το βιβλίο του: «Μιλούσε ο Χριστός ελληνικά;», μεταξύ άλλων αναφέρθηκαν τα εξής:
«… Μα και όταν συνελήφθη ο Χριστός, μας λέει ο Ευαγγελιστής: «Οι αρχιερείς και οι υπηρέτες, εκραύγασαν λέγοντες˙ σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν. Λέγει αυτοίς ο Πιλάτος λάβετε αυτόν υμείς και σταυρώσατε˙ εγώ γαρ ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν. Απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι˙ ημείς νόμον έχομεν και κατά τον νόμον ημών οφείλει αποθανείν ότι εαυτόν υιόν Θεού εποίησεν». (Ιωάν. 19, 6-7)
Και αλλού: «Και εισήλθεν (ο Πιλάτος) εις το Πραιτώριον και λέγει τω Ιησού˙ πόθεν ει σύ; ο δε Ιησούς απόκρισιν ουκ έδωκεν αυτώ. Λέγει ουν αυτώ ο Πιλάτος εμοί ου λαλείς; Ουκ οίδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαι σε και εξουσίαν έχω απολύσαι σε; Απεκρίθη Ιησούς ουκ είχες εξουσίαν ουδεμίαν κατ’ εμού, ει μη ην σοι δεδομένον άνωθεν». ( Ιωάν. 19,9-11).
Θα ήταν λοιπόν πολύ αφελές να πιστέψη κανείς έστω και προς στιγμήν ότι ο περήφανος αυτός Ρωμαίος κυβερνήτης, ο άνθρωπος της κραταιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, θα μιλούσε μαζί με το Χριστό και τους Εβραίους γλώσσα αραμαϊκή ή εβραϊκή τη στιγμή που, όπως είναι γνωστό, ήξερε μόνο λατινικά και ελληνικά.
Τώρα, ίσως κάποιοι ρωτήσουν, γιατί δεν τους μίλαγε λατινικά; Μα γιατί είναι ιστορικώς εξακριβωμένο ότι η λατινική γλώσσα ποτέ δεν μιλήθηκε από το λαό της Ανατολής. Άλλωστε, όλοι στην Ιερουσαλήμ γνώριζαν να μιλούν μόνο την ελληνική γλώσσα.
Μια γλώσσα που έχουμε καθήκον να τη διαφυλάξουμε εμείς οι Έλληνες ως κόρη οφθαλμού. Και αυτό, βέβαια όχι από στείρο εθνικισμό, αλλά από πεποίθηση ότι ο Ελληνισμός του τότε, του σήμερα και του αύριο (γλώσσα- πολιτισμός – φιλοσοφία – επιστήμες – τέχνες) εξέφραζε, εκφράζει και θα εκφράζει τον άνθρωπο στην ανώτερη αξία του.
Ας το προσέξουμε τώρα όσο ποτέ άλλοτε όλοι μας σήμερα που «οι καιροί ου μενετοί». Σήμερα που τα σχέδια των εχθρών του Ελληνισμού δεν είναι άλλα, παρά ο οριστικός και παντελής αφανισμός της Ελλάδας μας.
Αναμφιβόλως ο Ιησούς Χριστός μιλούσε τόσο πολύ την ελληνική γλώσσα σαν να ήταν μητρική Του και αυτό μπορούμε να το συναγάγουμε απ’ τα όσα στοιχεία μέσα σε τούτο το βιβλίο αναφέρω.
Βλέπουμε ότι σ’ όλη τη ζωή Του διδάσκει και μιλά μόνον προς τους Εβραίους των ελληνικών πόλεων της Γαλιλαίας, που όπως μας βεβαιώνουν οι τότε ιστορικοί, μιλιόταν μόνο η Κοινή ελληνική γλώσσα. Όμως δεν παραλείπει να μιλά και στους Έλληνες αποίκους, κατοίκους της Γαλιλαίας και των γύρω από αυτή ελληνιστικών πόλεων και χωριών, όπως της ελληνικής Δεκαπόλεως, της Περαίας, της Τραχωνίτιδας χώρας και της Φοινίκης, οι κάτοικοι των οποίων δεν μιλούσαν την αραμαϊκή. Ποτέ δεν εδίδαξε στην ύπαιθρο της Σαμάρειας και της Ιουδαίας γιατί στα χωριά αυτά μιλιόταν μια ελληνορωμαϊκή διάλεκτος.
Μπορεί βέβαια για πολύ μικρό διάστημα να μίλησε στα Ιεροσόλυμα, αλλά μόνο στις μεγάλες θρησκευτικές γιορτές των Εβραίων˙ και τούτο γιατί τότε βρισκόντουσαν εκεί άνθρωποι (προσκυνητές) από όλες τις χώρες και τα χωριά της Παλαιστίνης που μιλούσαν την ελληνική Κοινή».
Τι λέει ο Λεωνίδας Ιω. Φιλιππίδης
Ο άλλος μεγάλος Καθηγητής της Ιστορίας των Θρησκευμάτων της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Λεωνίδας Ιω. Φιλιππίδης, εις το έργο του: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΕΞ ΑΠΟΨΕΩΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗΣ» (Αθήνα 1958) υποστηρίζει ότι: «Ο Καίσαρ ευρίσκει ελληνικήν γραφήν και γλώσσαν». Και πιο κάτω: «άρα και εν Παλαιστίνη ήτο η ελληνική». Εις την σελίδα 539 του εν λόγω βιβλίου του υποστηρίζει, πέραν των άλλων ότι:
«Ο Πιλάτος εγνώριζε την ελληνικήν, ήτις ήτο τότε η κρατούσα εν τη οικουμένη γλώσσα, της λατινικής περιοριζόμενης μόνον εν τω στρατώ, 56 αλλ’ η μετά των αραμαϊστί λαλούντων Εβραίων χρησιμοποίησις υπ’ αυτού της ελληνικής είναι απίθανον μόνον κατά τον εν τω εσωτερικώ του Πραιτωρίου διάλογον του Πιλάτου μετά του Ιησού, 57 όστις εν τη παγγνωσία αυτού εγνώριζε και ηδύνατο λαλείν πάσαν γλώσσαν και την ελληνικήν άρα, δεν αποκλείεται η χρησιμοποίησις της ελληνικής ή της λατινικής υπ’ αμφοτέρων.»
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
Χωρίς αμφιβολία, η συνομιλία μεταξύ Ποντίου Πιλάτου και Ιησού Χριστού έγινε στην ελληνική γλώσσα, αφού α) δεν αναφέρουν τα ευαγγέλια την ύπαρξη κάποιου διερμηνέα και β) η ελληνική γλώσσα ήταν διαδεδομένη παντού και οι πάντες γνώριζαν, τουλάχιστον, στην εξελληνισμένη Παλαιστίνη, να μιλούν και να γράφουν ελληνικά!..
Πηγή: sakketosaggelos.gr
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

Οι άπιστες γυναίκες συνήθως ακολουθούν το παράδειγμα της μητέρας τους

Κατά μάνα κατά κύρη, κατά γιο και θυγατέρα λέει η παροιμία, όμως σύμφωνα με μια έρευνα που έγινε σε 2.000 Βρετανούς μάλλον ισχύει το  κατά μάνα, κατά κόρη!
Η συγκεκριμένη έρευνα υποστηρίζει ότι οι γυναίκες που απατούν, συνήθως ακολουθούν τα «παράνομα χνάρια» της μητέρας τους.

Άγιος Ελλάδιος 27 Μαίου

Ο Άγιος Ελλάδιος, έζησε την εποχή των σκληρών διωγμών κατά της Εκκλησίας. Η ζωή του ως λαϊκού, χαρακτηριζόταν από μεγάλη σωφροσύνη, άσκηση γι' αυτό και εξελέγη επίσκοπος. Από τη θέση, αυτή ο Ελλάδιος, αναλώθηκε στη διακονία του ποιμνίου του. Κήρυττε, δίδασκε και με σύνεση και διάκριση, επέλυε τυχόν ανακύπτοντα προβλήματα. Η όλη του πολιτεία και διακονία κατόρθωσε να φέρει πολλούς ειδωλολάτρες στην ορθόδοξη πίστη.
Η δράση του αυτή, προκάλεσε τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τον συνέλαβαν και του πρότειναν να αρνηθεί το Χριστό για να σώσει τη ζωή του. Εξοργισμένοι από την ακλόνητη πίστη του επισκόπου τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια, αλλά με τη χάρη του Θεού θεραπεύθηκε απ' όλα. Τελικά μετά από συνεχόμενους ραβδισμούς, παρέδωσε το πνεύμα του και έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου.

Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

Η ματωμένη σπηλιά της Οτκάγια στον Πόντο




Είναι από τις ιστορίες που σπας. Που δεν τη χωράει ο νους. Όσο “σκληρός” και να ‘σαι, λυγίζεις… και σε πιάνει το παράπονο, γιατί εσύ, δεν μοιάζεις με αυτούς! Γιατί εσύ τα ξέχασες όλα …
ΟΙ ΧΑΜΕΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝΤΑΙ ΖΩΝΤΑΝΕΣ, ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ Η ΜΝΗΜΗ ΔΕΝ ΜΕΤΑΒΛΗΘΕΙ ΣΕ ΑΝΑΜΝΗΣΗ…
1.Η ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΣΠΗΛΙΑ – ΟΤΚΑΓΙΑ
Η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, βρισκόταν μέσα σε μια σπηλιά, σε υψόμετρο 1800 μέτρων, για αυτό και ονομάστηκε “Μάγαρα” (μααρά στα τούρκικα σημαίνει σπηλιά). Οι Έλληνες τουρκόφωνοι την αποκαλούσαν και“Παχατζάκ Παναγιασί”, δηλαδή “η Παναγιά που κάνει τον άλλο να βλέπει”.
Προς ανάμνηση του προσκυνήματος της Παναγίας Μάγαρας, φιλοτεχνήθηκε και τοποθετήθηκε στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ακριτοχωρίου, εικόνα της θεομήτορος, με πρωτοβουλία των Νικ. Μαυρίδη και Δημ. Παρασκευαίδη, κατοίκων του χωριού. Η εικόνα αγιογραφήθηκε στο εργαστήρι του Ιερού Ησυχαστηρίου Τιμίου Προδρόμου, Ακριτοχωρίου.
Ο ΡΑΦΕΤ ΠΑΣΑΣ, λυσσασμένος από την αποτυχία της μεγάλης επιχείρησης στην περιοχή της Σαμψούντας, στρά­φηκε καί προς τη γειτονική Πάφρα. Μα οι Ρωμιοί κάτοικοι τούτης της περιφέρειας αντιστάθηκαν το ίδιο ηρωικά με τούς Σαμψούντιους, για να ματαιώσουν τα σατανικά σχέδιά του. Καί εκεί, οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Οι αντάρτες, σέρνοντας μαζί τους τα γυναικό­παιδα, ξέφυγαν από τον κλοιό καί ανέβηκαν στα ψηλά βουνά, πίσω από τις γραμμές τού τούρκικου στρατού.
Φρενιασμένος ό Ραφέτ πασάς, για μέρες ολόκληρες δεν μπορούσε να ηρεμήσει. Έκανε βόλτες νευρικές στο γραφείο του, μιλούσε δύσθυμα καί απότομα στον καθένα πού τον πλη­σίαζε καί ήταν έτοιμος ν’ αρπαχτεί με τον πρώτο τυχόντα πού θα του αντιμιλούσε. Μια μαύρη βαρυθυμία πλάκωνε για μέρες το Διοικητήριο κι ένας φόβος τύλιγε τούς επιτελείς του, ώσπου μια μέρα, κάποια πληροφορία πού πήρε τυχαία, τον έκανε ν’ αλλάξει ξαφνικά τη διάθεσή του καί να τρίβει τα χέρια του από χαρά:
Στην περιοχή Ότκαγια του δυτικού Νεμπιέν, μέσα σε μια σπηλιά πού οι Ρωμιοί της περιφέρειας την έλεγαν «της Παναγίας ή μάγαρα», είχαν κρυφτεί εξακόσια γυναικόπαιδα της περιοχής καί εξήντα αντάρτες, με οπλαρχηγούς το Χατζή Γιώργη, τον καπετάν Κώστη καί τον καπετάν Παπάζογλου. Ήταν μια αναπάντεχη ευκαιρία για να χορτάσει την αιμοβόρα δίψα του. 
Χωρίς να χάσει καιρό, πήρε στο τηλέφωνο τη στρατιω­τική διοίκηση της Πάφρας καί έδωσε αυστηρή διαταγή στο μπίμπαση Μεχμέτ Αλή να αφανίσει οπωσδήποτε καί γρήγορα τούς γκιαούρηδες πού τρύπωσαν στην απόκρημνη κου­φάλα του βουνού. 
— Δε θα γλυτώσει κανείς, Ραφέτ πασά! Δε θα μείνει ούτε ό σπόρος τους! Θα τούς αποτελειώσω μέσα στη σφηκοφωλιά τους. Σού το υπόσχομαι! είπε ό Μεχμέτ Αλή ς καί κάλεσε αμέσως στο γραφείο του τον πιο αιμοβόρο Τούρκο υπαξιω­ματικό της περιοχής, τον Ταλίπ τσαούς. 
Όταν παρουσιάστηκε μπροστά του δ τσαούσης, τού μί­λησε για την επίμονη διαταγή τού στρατηγού καί τού έδωσε την εντολή να εξοντώσει με κάθε μέσο τούς Ρωμιούς της σπηλιάς.
— Να μην αφήσεις κανένα ζωντανό! κατέληξε αναψοκοκκινισμένος. Κανένα! Ακόμα καί τις γυναίκες, ακόμα καί τούς γέρους, ακόμα καί τα παιδιά!
— Μείνε ήσυχος, μπίμπαση έφέντη, είπε ό Ταλίπ τσαούς με μια άγρια λάμψη στα μάτια. Θέλω όμως μεγάλη δύναμη.
— Θα σού δώσω ό,τι θέλεις. Φτάνει να γίνει αυτό πού ζή­τησε ό πασάς: Να μη μείνει ρίζα από τούς γκιαούρηδες.
— Πόσους άντρες θα μού δώσεις;
— Πεντακόσιους ζαπτιέδες καί πεντακόσιους οπλισμένους χωρικούς πού είναι μαθημένοι σ’ αυτές τις δουλειές.
— Καί θα έχω το κάθε δικαίωμα πού μού χρειάζεται;
— Ναι! Θα έχεις την απόλυτη Ελευθερία κίνησης καί δρά­σης !
— Καί ριγάλο, αν πετύχω;
— Πεντακόσιες λίρες από μένα καί όλα όσα βρεις πάνω στα κουφάρια των απίστων.
— Σύμφωνοι! Ετοίμασε τη δύναμη. Αύριο τα χαράματα ξεκινώ!
Την άλλη μέρα, πριν ακόμα φέξει, τα μπουλούκια των Τούρκων, φορτωμένα με τρόφιμα καί πυρομαχικά, με κεφα­λή τον Ταλίπ τσαούς, ξεκίνησαν από την πόλη με νταούλια καί ζουρνάδες, σα να πήγαιναν σε πανηγύρι. Όλοι οι Παφρενοί ξύπνησαν από το θόρυβο καί βγαίνοντας στα παράθυρα παρα­κολούθησαν το πέρασμα των ζαπτιέδων καί των άταχτων οπλοφόρων πού τραβούσαν προς τα έξω. Από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε ό σκοπός της εκστρατείας καί οι Ρωμιοί της πόλης αναρρίγησαν ως τα κόκαλα, κλαίγοντας προκαταβολικά τη μοίρα των αδελφών τους πού κατέφυγαν στη σπηλιά της Πα­ναγίας.
Οι Τούρκοι επιδρομείς, έπειτα από αδιάκοπη πορεία, έ­φτασαν, κατά το μεσημέρι, μπροστά στις απόκρημνες πλα­γιές της οροσειράς τού δυτικού Νεμπιέν ντάγ. Προχώρησαν ακόμα, ώσπου βρέθηκαν κάτω από τούς πανύψηλους βράχους πού ορθώνονταν σαν ούρανοκρέμαστα φρούρια.
Τα διψασμέ­να για ρωμαίικο αίμα μπουλούκια τού Ταλίπ τσαούς έζω­σαν ολούθε τούς απροσπέλαστους πέτρινους όγκους τού Οτκαγια καί μόλις τούς δόθηκε το σύνθημα, άρχισαν να σκαρ­φαλώνουν με προσοχή προς τη «μάγαρα της Παναγίας». Προχωρώντας έριχναν ντουφεκιές στον αέρα καί αμολούσαν βρισιές καί απειλές για να σπάσουν το ηθικό των ανταρτών:
Πίσω από τούς ζαπτιέδες ανηφόριζε ό ίδιος ό Ταλίπ τσα­ούς καί έδινε διαταγές. Σιμώνοντας αρκετά στη σπηλιά, έκα­νε χωνί τα χέρια του καί φώναξε δυνατά:
— Γκιαούρηδες, παραδοθείτε ! Είστε χαμένοι!
Αντί γι’ απάντηση, μια ομοβροντία ακούστηκε ξα­φνικά, απ’ τη μεριά της σπηλιάς πού έκανε να βράχια ν’ αντιδονήσουν. Την ίδια στιγμή δεκάδες τούρκικα κορμιά κύλησαν χτυπημένα στη χαράδρα!…
Οι υπόλοιποι Τούρ­κοι καλύφτηκαν πίσω από τις πέτρες καί απάντησαν με βροχή από σφαίρες. Ανταλλάχτηκαν πυκνά πυρά πού αχολόγησαν για ώρα μέσα στα χάη των γκρεμών. Άναψε μια σκληρή μάχη. Οι Τούρκοι δεν κρατήθηκαν για πολύ καί άρχισαν να λυγίζουν. Οι αντάρτες βγήκαν από τούς κρυψώνες τους καί τούς αποπήραν. Τούς κυνήγησαν στον κατήφορο μέχρι τούς πρόποδες τού Οτκαγια καί μετά γύ­ρισαν στις θέσεις τους.
Ό Ταλίπ τσαούς φρένιασε καί ρίχτηκε πάνω στους ζα­πτιέδες βγάζοντας το μαστίγιο του:
— Κιοτήδες! Γομάρια! Να σκαρφαλώσετε γρήγορα στα βράχια καί να μου φέρετε αμέσως τα κεφάλια αυτών πού τόλμησαν να αντισταθούν!…
Οι σκορπισμένοι καί περίτρομοι Τούρκοι συγκεντρώ­θηκαν καί όρμησαν ξανά προς τον ανήφορο. Δίνοντας ό ίνας στον άλλο κουράγιο καί πυροβολώντας αδιάκοπα, προχώ­ρησαν προς τη σπηλιά. Μα φτάνοντας ως τα μισά τού δρό­μου, δέχτηκαν καί πάλι βροχή τα πυρά των Ρωμιών, έσπα­σαν αμέσως καί πισωγύρισαν. Πήραν τον κατήφορο πανι­κόβλητοι. όσο κι αν φώναζε καί τούς απειλούσε ό αρχηγός τους από κάτω.
Για ώρες ολόκληρες κατόπιν δέχονταν αδιαμαρτύρητα τις βρισιές καί τις απειλές του. ‘Ησύχασαν μόνο το βράδυ όταν ό Ταλίπ, εξαντλημένος ψυχικά καί σωματικά από τον άκαρπο αγώνα του, έπεσε να κοιμηθεί.
Την άλλη μέρα από τα χαράματα, άρχισε πάλι τις επι­θέσεις του καί τις εφόδους κινητοποιώντας όλη τη δύναμή του. Μα καί πάλι οι αποτυχίες διαδέχονταν ή μια την άλλη. Κάθε φορά οι άντρες του γύριζαν περισσότερο ντρο­πιασμένοι καί τρομαγμένοι.
Την τρίτη μέρα μπήκε ό ίδιος μπροστά καί εξόρμησε προς τη σπηλιά, αλλά το μόνο πράγμα πού κατάφερε να κάνει ήταν να πληγωθεί στον ώμο δύο φορές καί να χάσει δεκάδες ζαπτιέδες.
Οι μάταιες επιθέσεις συνεχίστηκαν καί την τέταρτη μέρα. Τέλος, απελπισμένος ολότελα καί τσακισμένος, αναγκάστηκε να βάλει κάτω το κεφάλι καί να ζητήσει ενισχύσεις από την Πάφρα.
Ό Μεχμέτ Άλής, μόλις άκουσε για την αποτυχία τού Ταλίπ τσαούς, αγανάκτησε φοβερά. Τού φάνηκε αδιανόητο να περάσουν τόσες μέρες χωρίς να συντριβούν οι άπι­στοι καί ανυπόμονος να εκτελέσει τη διαταγή τού Ραφέτ πασά, αποφάσισε να αναλάβει ό ίδιος την επιχείρηση. Για να είναι όμως σίγουρη ή επιτυχία του, πήρε μαζί του από την Πάφρα ένα ολόκληρο σύνταγμα στρατού καί τρία ορεινά πυροβόλα.
Φτάνοντας μπροστά στα βράχια της Παναγίας, περι­κύκλωσε την περιοχή σε ακτίνα δύο χιλιομέτρων καί έδω­σε σινιάλο στα πυροβόλα να βαρέσουν με πυκνούς κανο­νιοβολισμούς τις θέσεις των ανταρτών για να τούς τρομο­κρατήσουν καί να τούς ακινητοποιήσουν. Τα κανόνια βροντολόγησαν καί έκαναν τις χαράδρες καί τα γκρεμνά να αντιδονήσουν. Οι οβίδες έσκαγαν ολόγυρα στο στόμιο της σπη­λιάς καί στα κοντινά βράχια καί τίναζαν ακτινωτά στον αέρα κομμάτια από πέτρες.
Μετά από το μπαράζ τού πυροβολικού, ό Μεχμέτ ‘Αλής, διέταξε το σύνταγμά του να εξορμήσει. Οι Τούρκοι στρα­τιώτες ρίχτηκαν στον ανήφορο από διάφορα μονοπάτια, με αλαλαγμούς καί ντουφεκιές. Μα όταν σίμωσαν στη σπη­λιά, δέχτηκαν τα εύστοχα πυρά των Ρωμιών πού τούς έφραξαν το δρόμο. ‘Ακολούθησε ένα πανδαιμόνιο από πυρο­βολισμούς, φωνές καί αντίλαλους. Οι Τούρκοι όρμησαν κατά πάνω στους Ρωμιούς πολλές φορές για να τούς ξετρυπώσουν από τα ταμπούρια τους, μα δεν τα κατάφεραν.
Έπειτα από σκληρή καί αιματηρή μάχη τριών ωρών, αποδεκατισμένοι καί απελπισμένοι, λύγισαν καί πισωδρόμησαν. Οι αντάρτες τουφέκισαν όσους είχαν σκαρφαλώσει κοντά τους καί κατόπιν κυνήγησαν τούς υπόλοιπους πού κα­τρακυλούσαν πανικόβλητοι, χωρίς να δίνουν σημασία στις φωνές τού μπίμπαση καί των γιουσμπασήδων.
Η θραύση πού έκαναν τα βόλια τους στο ψαχνό, έσπειρε τον τρόμο στο σωρό των μουσουλμάνων, έτσι πού δε μπορούσε να τούς μαζέψει κανείς για πολλή ώρα.
Ό Μεχμέτ έγινε θηρίο από το κακό του. Δεν τον χω­ρούσε ό τόπος! Όλη την υπόλοιπη μέρα την πέρασε στη σκηνή του κάνοντας βόλτες καί βρίζοντας τούς πάντες καί τα πάντα. Δεν ήθελε να δει κανένα μπροστά του. Τη νύχτα πάλι δε μπόρεσε να κλείσει μάτι. Έσπαγε το κεφάλι του να βρει κάποιο τρόπο, οποιοδήποτε, για να ξεκάνει τούς τρε­λούς γκιαούρηδες πού έγιναν ένα με τα βράχια καί δε μπο­ρούσε να τούς ξεκουνήσει από κει!
Την άλλη μέρα επιχείρησε δεύτερη επίθεση με χειρότερα αποτελέσματα. Μετά τη μεσημεριάτικη ανάπαυση, ερεύνησε για πολλή ώρα την περιοχή καβάλα στο άλογό του καί στο τέλος βρήκε μια πιο κατάλληλη θέση για τα κανόνια του. Μια θέση απ’ όπου μπορούσε να σκοπεύει ίσια στο στόμιο της σπηλιάς. Πρόσταξε λοιπόν να κουβαλήσουν γρή­γορα εκεί τα πυροβόλα και να αρχίσουν αμέσως τις βολές. Την ίδια στιγμή έδωσε διαταγή να ετοιμαστεί και ο στρα­τός.
Έπειτα από λίγη ώρα, ένα ακόμα πιο φοβερό κανονίδι ξέσπασε πάλι καί τράνταξε τον τόπο. Τα τρία κανόνια, με τις μπούκες προς το στόχο τους, ξερνούσαν τις σιδερένιες μπάλες τη μια πάνω στην άλλη! Οι κάννες άναψαν καί τα στόμια κάπνιζαν αδιάκοπα σαν φουγάρα. Η σπηλιά σφυροκοπιόταν μια ολόκληρη ώρα. Πολλά κομμάτια σπασμέ­νων βράχων έφταναν ως το εσωτερικό της, όπου ήταν κρυμμένα τα γυναικόπαιδα. Στα μεσοδιαστήματα πού στα­ματούσαν οι βολές, ακούγονταν κλάματα, φωνές καί τσιρίγματα. . . .
Μετά το γερό σφυροκόπημα, ό Μεχμέτ Άλής διέταξε να γίνει ή επίθεση τού στρατού. Έξαλλα τα μουσουλμανικά μπουλούκια σκαρφάλωσαν καί πάλι από διάφορες μεριές στους απότομους βράχους καί σίμωσαν στη σπηλιά. Μα οι αντάρτες πυροβολούσαν καί πάλι στο σωρό καί τούς σάρωναν. Τούς γκρέμιζαν κάτω από τα βράχια καί δεν τούς άφηναν να προχωρήσουν, παρά τις επανωτές εφόδους τους. Σε λίγη ώρα το αίμα έβαψε κόκκινους τούς βράχους καί οι χα­ράδρες γέμισαν πτώματα καί πληγωμένους πού βογγούσαν I
Παρ’ όλα αυτά ό μπίμπασης δεν παραιτήθηκε από το σκοπό του. Ή παθιασμένη επιμονή καί το άγριο πείσμα του τον κρατούσαν δυο νυχτοήμερα τώρα νηστικό καί άγρυπνο. Όλη την ώρα σκεφτόταν: Είχε δοκιμάσει όλους τούς τρόπους, όλα τα τεχνάσματα, τα πιο απίθανα σχέδια, ακόμα καί κείνα πού κόστισαν εκατόμβες στην επιχείρηση του, μα στο τέλος δεν κατάφερε τίποτε καί ή μόνη ελπίδα πού τού απόμεινε ήταν να πέσει το φρούριο από μόνο του. Να τελειώσουν, δηλαδή, τα βόλια των γκιαούρηδων καί να παραδοθούν. Πρόσταξε λοιπόν να συνεχιστεί ή μάχη καί το τουφεκίδι ως τη νύχτα.
Την άλλη μέρα, με τη νέα εξόρμηση του, είδε να πρα­γματοποιείται ή ελπίδα του: Οι Ρωμιοί, παρόλα τα τεχνάσματά τους, δε μπορούσαν να κρύψουν πια την έλλειψη πυρομαχικών.
Για πρώτη φορά χαμογέλασε καί βάλθηκε να τρίβει τα χέρια του από χαρά. Βρήκε επιτέλους το αδύνατο σημείο των διαβολεμένων Ρωμιών, πού τόσες μέρες δεν το είχε σκεφτεί, γιατί δε φανταζόταν ότι θα συναντούσε τέτοια γρανιτένια αντίσταση από μια χούφτα αντάρτες. Νόμιζε την επιχείρηση εύκολη καί σύντομη.
Το απόγευμα, τα απαντητικά πυρά των Ρωμιών αδυνάτισαν ακόμα πιο πολύ. Ήταν τόσο αραιά πού γέμισαν χαιρέκακη ικανοποίηση το Μεχμέτ Αλή. Ή αιμοβόρα ψυχή του αγαλλιούσε, καθώς σκεφτόταν ότι ή ώρα τού τέ­λους σίμωνε. Δεν κρατιόταν από τον ενθουσιασμό του.
Σε λίγο έδωσε διαταγή να σταματήσει το κανονίδι καί έστειλε ένα ντελάλη να καλέσει τούς αντάρτες να παραδο­θούν. Ό ντελάλης σίμωσε όσο μπορούσε πιο κοντά στη σπηλιά χτυπώντας το κουδούνι του καί, όταν είδε να στα­ματούν οι πυροβολισμοί, άρχισε να διαβιβάζει την πρόσ­κληση τού μπίμπαση.
Μετά από το λάλημά του, μια πολύωρη σιγή απλώθηκε σ’ όλη την έκταση τού Ότκαγια, πού τόσες μέρες την αντάριαζαν οι κραυγές, οι πυροβολισμοί καί ο δαιμονισμένος ορυμαγδός των κανονιών. Ό μπίμπασης περίμενε στην αρχή με σίγουρη πεποίθηση για την παράδοση των Ρωμιών. Όσο περνούσε όμως ή ώρα καί δεν έπαιρνε απάντηση, κυ­ριευόταν από νευρικότητα καί αγανάκτηση, ώσπου στο τέ­λος τον έπιασε μια τρελή αδημονία πού δε μπορούσε να τη συγκρατήσει. . . . Έκανε βόλτες έξω από τη σκηνή του καί κάθε τόσο ρωτούσε τούς αξιωματικούς του αν ήρθε καμιά είδηση. Εκείνοι πάλι, φοβισμένοι μήπως ξεσπάσει πάνω τους ή οργή του, προσπαθούσαν να τον βαυκαλίσουν με διάφορες ελπιδοφόρες προβλέψεις.
— Σίγουρα δεν θα έμεινε κανένας ζωντανός, Μπίμπαση έφέντη, γιαυτό δεν απαντούν, έλεγε ό υπασπιστής του.
— Ναι, μα τότε γιατί δε φαίνονται οι γυναίκες;
— Μα φοβούνται να φάνουν! πρόσθετε καθησυχαστικά ένας γιούσμπασης.
— Θα τούς πετσοκόψω όλους! ξεφώνισε σε μια στιγμή έξαλλος ό Μεχμέτ. Με περιφρονούν! Με σκοτώνουν! Θα τούς μαδήσω τη ρίζα, τούς Γκιαούρηδες!
‘Ωστόσο ή άσπρη σημαία της παράδοσης αργούσε να φανεί. Στο τέλος ό μπίμπασης πίστεψε στο λόγο τού υπα­σπιστή του καί πρόσταξε να πάνε δυο – τρεις αξιωματικοί μαζί με το ντελάλη να δουν τί γίνεται εκεί πάνω. Προθυ­μοποιήθηκαν αμέσως ένας γιούζμπασης, ένας μιλαζίμ καί ό υπασπιστής. Οι τρεις άντρες προχώρησαν κάμποσο στον ανήφορο, από το μεγάλο ελικωτό μονοπάτι, για να φτά­σουν πιο γρήγορα. .Ό ντελάλης ακλουθούσε από κοντά. Σιμώνοντας στη σπηλιά, τον έβαλαν να καλέσει για τελευ­ταία φορά τούς Ρωμιούς να παραδοθούν. Ό ντελάλης υπά­κουσε καί χτύπησε το κουδούνι. Κατόπιν διαλάλησε την πρόταση των αξιωματικών.
Πέρασαν μόνο τρία λεπτά καί ή απάντηση ήρθε με μια ομοβροντία από πυροβολισμούς! Ό γιούσμπασης καί ό υπα­σπιστής πληγώθηκαν στον ώμο. Ό μιλαζίμ τη γλίτωσε καί κρύφτηκε. Τρομαγμένοι καί οι τέσσερις κατηφόρισαν γρή­γορα προφυλαγμένοι πίσω από τούς βράχους.
Ή πύρινη τούτη απάντηση, έκανε το μπίμπαση να αναπηδήσει στη θέση του καί να κυριευτεί από μια υστερική κρίση. Ξέσπασε σε ξεφωνητά καί μαλλιοτραβήγματα, σε κεφαλοχτυπήματα καί σε στροφές, σα να έχασε ολότελα τα λογικά του! Έσπασε ό,τι βρήκε μπροστά του, τσά­κισε το σπαθί του πάνω στο γόνατο, γκρέμισε τη σκη­νή του καί στο τέλος κυλίστηκε χάμω. Κραυγάζοντας καί Αφρίζοντας βάλθηκε να χτυπάει αδιάκοπα τη γή.
Όταν για μια στιγμή σταμάτησε καί άκουσε τούς πυρο­βολισμούς των ανταρτών να συνεχίζονται, ταράχτηκε ακόμα πιο πολύ. Τον έπιασε ένας δυνατός σπασμός μανίας καί συνέχισε να χτυπιέται πάνω στο χώμα. Τα χείλη του έτρε­μαν σα φύλλα λεύκας πού τα δέρνει βοριάς, ενώ τα μάτια του έβγαζαν αστραπές! Οι αξιωματικοί καί οι στρατιώτες τον περιτριγύρισαν νομίζοντας πώς τρελάθηκε.
Πέρασαν λίγα λεπτά ακόμα καί όταν επιτέλους μπόρεσε να αρθρώσει τη φωνή του, έδωσε διαταγή στα πυροβόλα να σφυροκοπήσουν ανελέητα καί χωρίς διακοπή το στόμιο της σπηλιάς! Να το κλείσουν με τις οβίδες! Κατόπιν διέταξε το στρατό να σκαρφαλώσει καί να φτάσει οπωσδήποτε στη σπήλια.
—Όποιος τολμήσει να γυρίσει πίσω, πριν να κυριευτεί ή σπηλιά, θα αποκεφαλιστεί σαν πρόβατο! ούρλιαξε.
Τα κανόνια βρόντησαν ξανά καί γέμισαν βοή καί βαριούς κρότους τον αέρα. Οι στρατιώτες χύθηκαν στον ανήφορο καί σκαρφάλωσαν καί πάλι στα μονοπάτια, μα πιο πάνω οι αντάρτες τούς τσάκισαν. Τα κορμιά των Τούρκων κυλούσαν χτυπημένα καί πάλι κατά δεκάδες στα γκρεμνά, μόλο πού ή κύρια μάζα προχωρούσε. Κοντά στη σπηλιά άναψε μια θανατερή μάχη σώμα προς σώμα. Άναψαν τα ντουφέκια, άναψαν οι ψυχές, το αίμα κυλούσε σα ρυάκι, μα οι αντάρτες δε λύγιζαν.
Ό Μεχμέτ Άλής, πού παρακολουθούσε τη μάχη με κομμένη την ανάσα, δεν κρατήθηκε καί ρίχτηκε καί κείνος στη φωτιά. Πήρε τον ανήφορο με το πιστόλι στο χέρι καί προχώρησε ουρλιάζοντας. Ξάφνου, πρόσεξε πώς τα ντου­φέκια των Ρωμιών σίγησαν. Σταμάτησε καί έστησε αυτί. Μόλις βεβαιώθηκε για το γεγονός, πρόσταξε να σταματή­σουν τα πυρά καί των στρατιωτών του. Ακολούθησε ολιγό­λεπτη σιγή. Οι Τούρκοι, με καρφωμένα τα μάτια τους στη σπηλιά, προσπαθούσαν να δουν τί θα κάνουν οι Ρωμιοί.
Σε λίγο παρατήρησαν ένα παράξενο Θέαμα πού τούς έκανε να παραλύσουν. Είδαν τούς αντάρτες, χωρίς προφύ­λαξη πια, να κινούνται ό ένας προς τον άλλο, να αγκαλιάζονται καί να φιλιούνται μεταξύ τους. Ύστερα τούς είδαν να μπαινοβγαίνουν στη σπηλιά καί να αποχαιρετούν τα γυ­ναικόπαιδα. Ταυτόχρονα ακούστηκαν γοερά κλάματα γυναι­κών καί παιδιών πού αντιδόνησαν στα φαράγγια.
Οι Τούρκοι τα είχαν χαμένα. Δεν καταλάβαιναν τί γί­νεται. Ήταν σά να βρίσκονταν μέσα σε εφιαλτικό όνειρο. Μόνο ό Μεχμέτ ‘Αλής σχημάτισε τη γνώμη πώς, επί τέ­λους, οι Ρωμιοί το αποφάσισαν να παραδοθούν καί γέμισε από χαρά. Μα δεν πρόλαβε να χορτάσει την ευχάριστη σκέψη του καί ξαφνικά, ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί από τη μεριά των ανταρτών! Έστρεψε το κεφάλι του καί κοίταξε τούς δικούς του. Κανείς δεν ήταν χτυπημένος! Παραξε­νεύτηκε. Οι πυροβολισμοί όμως εξακολούθησαν, ολοένα καί πιο αραιοί, ώσπου σταμάτησαν εντελώς. Τότε μόνο κατά­λαβε:
—Αυτοκτονούν τα σκυλιά! Τρέξτε να τούς προλάβετε ζωντανούς! Δεν έχουν πια βόλια. Ζωντανούς τούς θέλω! Ζωντανούς!. . .
‘Ακούγοντας τα ουρλιαχτά οι στρατιώτες, χύθηκαν προς τη σπηλιά. Την ίδια στιγμή, πάνω από ένα ψηλό βράχο πρόβαλε ένας αντάρτης πού στην κάννη τού ντουφεκιού του είχε δεμένο ένα άσπρο πανί. Το σήκωσε ψηλά, το κούνησε δυο τρεις φορές καί κατόπιν φώναξε:
— Τα γυναικόπαιδα παραδίνονται! Τα γυναικόπαιδα πα­ραδίνονται!. . .
‘Αμέσως κατόπιν έβγαλε το πιστόλι του, πυροβόλησε στο κρανίο του καί γκρεμίστηκε κάτω από το βράχο!. . .
Οι Τούρκοι σκαρφάλωσαν, ανεμπόδιστοι πια, στα καταράχια, καί φτάνοντας στο στόμιο της σπηλιάς, είδαν μπροστά τους τα πτώματα των ανταρτών αγκαλιασμένα. Τα τσαλαπάτησαν, πέρασαν από πάνω τους καί χίμηξαν μέσα. Σε τρία λεπτά ή σπηλιά έγινε κόλαση. Φωνές, στριγγλιές, ουρλιαχτά, κλάματα καί οιμωγές αντήχησαν στους σκοτεινούς θόλους της. Οι φριχτές σκηνές της βίας, της ατίμωσης, των οργίων καί του θανάτου διαδέχονταν ή μια την άλλη ώρες ολόκληρες! Οι κραυγές του πόνου, του σπαρα­γμού, της ντροπής καί της φρίκης Αντιλαλούσαν στα βάθη της σπηλιάς της Παναγίας, χωρίς τελειωμό!. . .
Όταν αργότερα, τα μπουλούκια των αποκτηνωμένων κακούργων κόρεσαν όλα τα βρωμερά καί βάρβαρα ένστικτά τους, έσυραν έξω από τη σπηλιά τα γυναικόπαιδα καί τούς γέρους πού ακόμα ήταν ζωντανοί, καί με κοντακιές καί λακτίσματα τούς κατέβασαν κάτω από το βράχο. Τούς μά­ζεψαν μπροστά στο μπίμπαση. Ό Μεχμέτ ‘Αλής στάθηκε κάμποση ώρα ακίνητος καί με σκοτεινιασμένα μάτια απολάμβανε την τρομάρα καί την εξαθλίωση των αξιοδάκρυτων πλασμάτων. Τέλος έδωσε διαταγή να τα οδηγήσουν στο κον­τινό τούρκικο χωριό Τσουκούρ. Ό ίδιος πήγε στην Πάφρα να αναγγείλει στο Ραφέτ τήν επιτυχία του
Ή απόσταση από το Οτκαγια στο Τσουκούρ ήταν μό­λις μια ώρα δρόμο. Κι όμως χρειάστηκε τρεις ώρες πορεία για να φτάσουν εκεί, γιατί το βάδισμά τους διακοπτόταν πολύ συχνά από τούς συνοδούς, πού χιμούσαν πάνω στο άφωνο καί παραδαρμένο πλήθος για να βιάσουν, να ξυλο­φορτώσουν ή να σκοτώσουν γυναίκες καί παιδιά! Όσο σί­μωναν στο Τσουκούρ, τόσο καί πιο πολύ αγρίευαν καί κό­ρωναν από τα σκοτεινά καί αξεδίψαστα ένστικτά τους. Καί όταν μπήκαν μέσα, οδήγησαν τούς αιχμάλωτους στην πλα­τεία. Εκεί, κάτω από τα μάτια των Τούρκων τού χωριού, έγινε σωστό μακελειό: Οι στρατιώτες έπεσαν πάνω στους γέροντες καί τούς άντρες καί τούς έσφαζαν με τον πιο άγριο τρόπο !. . . Κατόπιν άρχισαν να ατιμάζουν ομαδικά τις γυ­ναίκες καί τα κορίτσια καί να ντουφεκίζουν τα παιδιά. Ως να νυχτώσει συνεχιζόταν το αχαλίνωτο όργιο καί ή σφαγή. . .
Τήν άλλη μέρα το πρωί, έφτασε στο Τσουκούρ ό ίδιος ό Μεχμέτ ‘Αλής και διέταξε να κόψουν μπροστά στα μάτια του τα κεφάλια τριάντα αντρών, απ’ αυτούς πού σφάχτηκαν τήν προηγούμενη μέρα. Το μακάβριο έργο εκτελέστηκε χωρίς καμιά καθυστέρηση και τα κεφάλια μαζεύτηκαν σωρό στα πόδια του. . . Ό αιμοβόρος μπίμπασης διέταξε κατό­πιν να τα βάλουν στα τσουβάλια καί να τα φορτώσουν στα ζώα πού έφερε μαζί του για να τα μεταφέρει στην Πάφρα. Έτσι, ικανοποιημένος από τήν αποτρόπαια επιχείρηση του, γύρισε ,στην έδρα του. Από τήν Πάφρα έστειλε τα τσουβά­λια στη Σαμψούντα, στον προϊστάμενο του Ραφέτ πασά, σαν τρόπαιο της νίκης του στη σπηλιά της Παναγίας!
Τα γυναικόπαιδα πού απόμειναν ζωντανά, γύρω στα τρια­κόσια, διέταξε να τα φέρουν καί κείνα στην Πάφρα. Όταν έφτασαν στην πόλη, κλείστηκαν στη φυλακή, έμειναν εκεί μερικές μέρες καί ένα πρωί στάλθηκαν εξορία στην Πα­φλαγονία. Από τα υπολείμματα τούτα της μάγαρας τού Οτκαγια, έφτασαν στον προορισμό τους, τήν Κασταμονή, μονάχα ογδόντα τρία μισοπεθαμένα γυναικόπαιδα.
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ TOT ΟΤΚΑΓΙΑ μαθεύτηκε σ’ όλη τήν πε­ριφέρεια της Πάφρας καί της Σαμψούντας. Οι Ρωμιοί πο­τίστηκαν με καινούργιο μίσος για τούς Τούρκους καί ρίχτη­καν στις μάχες με περισσότερο φανατισμό καί αυτοθυσία. Υπεράσπιζαν τα γυναικόπαιδα από το πλησίασμα των εχθρών καί συχνά έσπερναν τον τρόμο στους επιδρομείς με σκληρά αντίποινα. Μα οι δυνάμεις πού χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι ήταν μεγάλες καί έτσι οι Ρωμιοί αναγκάζονταν να αποσύρονται στα ψηλώματα καί να κρύβονται πάλι στις σπηλιές. Οι στρατιωτικές μονάδες, εφοδιασμένες με όλα τα σύγχρονα όπλα καί μέσα, έπεφταν στα άδεια χωριά καί τα έκαιγαν, έσφαζαν όσους έβρισκαν καί ρήμαζαν τον τόπο σαν θεομηνία.
Αφού χτένισαν τα χαμηλώματα καί τούς κάμπους, άρ­χισαν να πολιορκούν καί τις σπηλιές. Επί μέρες ολόκληρες προσπαθούσαν να μπουν μέσα για να οργιάσουν καί να σφά­ξουν. Οι λιγοστοί όμως αντάρτες με τα φτωχά πυρομαχικά τους, υπεράσπιζαν τα γυναικόπαιδα με τέχνη καί ηρωισμό, έδιναν άγριες μάχες καί συχνά έπεφταν μέχρι τον τελευταίο…
—————————————–
Μία άλλη περιγραφή διαβάζουμε στο βιβλίο του Αχιλ. Ανθεμίδη, «Τα απελευθερωτικά στρατεύματα του Ποντιακού Ελληνισμού 1912-24».
Οι σφαίρες των υπερασπιστών του σπηλαίου που υπεράσπιζαν οι πολεμιστές με εξακόσια και πλέον γυναικόπαιδα τελείωσαν. Άλλη λύση δεν υπήρχε παρά μόνο η παράδοση.
«Υπάρχει κι άλλη λύση», φωνάζει ο αρχηγός Καραβασίλογλου Γιώργης. «Θα παραδώσουμε τα πτώματά μας στους Τούρκους. Θα σκοτώσει ο ένας τον άλλον για να σώσουμε τα γυναικόπαιδα».
Κοιτάζονται τα παλικάρια ίσια στα μάτια. Η απόφαση είναι σκληρή, είναι απόφαση υπέρτατης θυσίας. Τη δέχονται όλοι, αφού θα σωθούν 650 περίπου γυναικόπαιδα. Δίνει το περίστροφο στον Ταγκάλ Γιώργη.
«Θα μας σκοτώσεις όλους και αφού σηκώσεις άσπρη σημαία θα σκοτωθείς και εσύ».
Αγκαλιάζονται και φιλιούνται οι άγριοι πολεμιστές με δάκρυα στα μάτια. Οι θρήνοι των γυναικών και τα κλάματα των παιδιών έρχονται στ’ αυτιά τους σα μοιρολόγια. «Για την πίστη και την πατρίδα μας», λέει με συγκινητική και βροντερή φωνή ο αρχηγός.
Ο Ταγκάλ Γιώργης πυροβολεί. Ο πρώτος υπερασπιστής του σπηλαίου πέφτει. Ύστερα άλλος κι άλλος κι άλλος. Φτάνει στα δύο του παιδιά, σταματάει λίγο, τα κοιτάζει κατάματα, βλέπει τα θαρραλέα μάτια τους και ύστερα ρίχνει. Δεν ξέρει πια τίποτα. Δε βλέπει. Ρίχνει συνέχεια. Ύστερα σταματάει για λίγο. Αρπάζει ένα άσπρο πανί το καρφώνει στο ξίφος του και το σηκώνει ψηλά.
Οι Τούρκοι βλέποντας την άσπρη σημαία τους αλαλάζουν από τη χαρά τους.
«Γιασασίν, γιασασίν, τεσλίμ γκιαουρλάρ», ακούγονται οι ζητωκραυγές τους. Πλησιάζουν οι Τούρκοι. Να, ένας τσετές ανεβαίνει κιόλας προς το σπήλαιο. Ο Ταγκάλ Γιώργης κοιτάζει την κάννη του περιστρόφου του και ύστερα πιέζει τη σκανδάλη. Ο τελευταίος των γενναίων υπερασπιστών πέφτει μαζί με τη λευκή σημαία του. Οι άντρες, οι Έλληνες, είναι όλοι νεκροί. Για την τύχη των γυναικόπαιδων το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι έγιναν έρμαια της άγριας βουλιμίας των βαρβάρων της Ανατολής. Και το ολοκαύτωμα αυτό έμεινε στην αφάνεια και διασώθηκε μόνο στην παράδοση.
————————————
Ένας μόνο έφτασε πρόσφυγας στην Ελλάδα, από τη σφαγή στη Ματωμένη Σπηλιά. Οι Τούρκοι μετέφεραν τους 600 άμαχους της Παναγίας Μάγαρας στην τουρκική κωμόπολη Τσασούρ και από εκεί όσους επέζησαν από τα μαρτύρια που υπέστησαν στην πλατεία του χωριού, τους έστειλαν εξορία στην Κασταμονή, όπου και έφτασαν μόνο 83 άτομα. Ένας από τους επιζώντες ήταν και ο 12χρονος τότε Κλαζίδης Βασίλης από το Ουτς Πουνάρ, που εγκαταστάθηκε μετά την ανταλλαγή στον Βαθύτοπο Δράμας…
——————————————
Ακριτας πόντου
2.ΖΗΤΗΣΑΝ ΝΑ ΤΙΣ ΣΚΟΤΩΣΟΥΝ ΟΙ ΑΝΤΡΕΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΣΟΥΝ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΤΣΕΤΩΝ!!!
Σε μια σπηλιά είχαν κρυφτεί ενενήντα πέντε γυναικό­παιδα πού τα προστάτευαν δεκαπέντε αντάρτες. Οι Τούρκοι πολεμούσαν με δύναμη ενός τάγματος για να την πλησιά­σουν, μα δεν τα κατάφερναν, γιατί ένας βαθύς γκρεμός τούς εμπόδιζε να φτάσουν ως το στόμιό της. Επί δέκα οχτώ μέ­ρες έριχναν αφειδώλευτα το καυτό μολύβι τους χωρίς να μπορέσουν να λυγίσουν την αντίσταση των δεκαπέντε πα­λικαριών. Τη δέκατη ένατη όμως μέρα, τα βόλια των ανταρτών τελείωσαν καί οι υπερασπιστές της σπηλιάς κυριεύ­τηκαν από μαύρη απόγνωση. Επί ώρες ολόκληρες ό νεα­ρός καπετάνιος δίσταζε να φανερώσει την τραγική κατά­σταση στους άμαχους. Στο τέλος, όμως, βλέποντας ότι δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, τούς μάζεψε καί τούς είπε με θλιμμένη φωνή:
—’Αδέλφια, πρέπει να μάθετε τήν αλήθεια, όσο πικρή καί αν είναι. Τελείωσαν όλες οι σφαίρες καί είμαστε πιασμέ­νοι στα δίχτυα των Τούρκων.
Οι γυναίκες άκουσαν τήν κουβέντα τού καπετάνιου με απάθεια σα να τήν περίμεναν. Βλέποντάς τον μάλιστα να υποφέρει, βιάστηκαν να τού πουν με μια φωνή:
— Να μη μας παραδώσετε στους Τούρκους!
Ό καπετάνιος ξαφνιάστηκε.
— Μα πώς θα γίνει αυτό; Δεν ακούσατε τί σας είπα; Δεν έχουμε βόλια.
— Να μας σκοτώσετε! απάντησαν με ήρεμη αποφασιστικότητα.
Ό καπετάνιος έσκυψε το κεφάλι του συντριμμένος. Κάθισε σε μια άκρη καί σκέφτηκε. Ζύγισε τα υπέρ καί τα κατά. Κατόπιν κάλεσε τα παλικάρια του καί συζήτησε μαζί τους τη θέληση των γυναικόπαιδων να σκοτωθούν παρά να πέσουν στα χέρια των Τούρκων καί να ατιμαστούν. Συμφώνησαν όλοι πώς δεν τούς απόμενε άλλη λύση. Καί αποφάσισαν.
Έπειτα από λίγη ώρα ξετυλίχτηκε ή πρώτη σκηνή: Οι αντάρτες, με πρόσωπα πετρωμένα καί με μάτια πού γυάλιζαν από τα συγκρατημένα δάκρυα, αράδιασαν το πλήθος έξω από τη σπηλιά, γυναίκες, γέρους καί παιδιά καί, βγά­ζοντας κατόπιν τα μαχαίρια τους, εκτέλεσαν τήν τρομερή απαίτηση των γυναικών! Όταν ξεψύχησαν καί τα ενενήντα πέντε γυναικόπαιδα, ακολούθησε ή δεύτερη σκηνή: Οι αντάρτες έσπασαν τα όπλα τους χτυπώντας τα πάνω στα βρά­χια καί κατόπιν πήδησαν κάτω στο γκρεμό καί σκοτώθη­καν .

Έστε έγκυος και οδηγείτε; - Σκεφτείτε το δυο φορές ΠΡΙΝ πιάσετε το τιμόνι

Οι γυναίκες που οδηγούν κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχουν περισσότερες πιθανότητες ατυχήματος, όπως αποκάλυψε νέα μελέτη... 

Περισσότερες από μισό εκατομμύριο έγκυες γυναίκες συμμετείχαν στην έρευνα που εξέτασε κατά πόσο τα κοινά συμπτώματα της εγκυμοσύνης όπως ναυτία, κόπωση, αϋπνία, και απόσπαση της προσοχής θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο ατυχήματος.

Άγιος Αλέξανδρος από την Θεσσαλονίκη ο Δερβίσης 26 Μαίου

Ο Άγιος Αλέξανδρος καταγόταν από τη Θεσσαλονίκη και έμενε στην περιοχή της Λαοδηγίας ή Λαγωδιανής (σημερινή Λαοδηγήτρια). Σε νεαρή ηλικία έφθασε στη Σμύρνη, προσπαθώντας να αποφύγει τις ακόλαστες προθέσεις κάποιου Τούρκου. Για άγνωστους σε μας λόγους, στην πόλη αυτή απαρνήθηκε την πίστη του και εξισλαμίσθηκε. Αργότερα επισκέφθηκε τη Μέκκα και εισήλθε στο Τάγμα των Δερβίσηδων.

Ελεγχόμενος όμως από τη συνείδησή του προσποιήθηκε τον τρελό και υπό το σχήμα του Δερβίση, περιόδευσε για 18 χρόνια σε υπόδουλες χώρες ελέγχοντας δριμύτατα την τουρκική τυραννία. Όσες δε φορές του δόθηκε η ευκαιρία να εκδηλώσει την πίστη του στο Χριστό το έκανε εκτελώντας έργα αγαθά.

Ευρισκόμενος στη Χίο, παρακολούθησε άφοβα σε Χριστιανική Εκκλησία τις ιερές ακολουθίες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής φορώντας ακόμη τα ρούχα του Δερβίση.

Από τη Χίο μετέβη στη Σμύρνη και παρουσιάσθηκε στον κριτή της πόλης στον οποίο ομολόγησε με θάρρος ότι μετανόησε για την προηγούμενη κατάστασή του και επανέρχεται πλέον στο χριστιανισμό. Μπροστά του δε έβγαλε και ποδοπάτησε τα ρούχα του Δερβίση. Τον έριξαν αμέσως στη φυλακή από την οποία τον έβγαλαν τρεις φορές προσπαθώντας με κολακείες και απειλές να κάμψουν το φρόνημά του και την πίστη του. Όμως ο Αλέξανδρος παρέμεινε ακατάβλητος και σταθερός στην απόφασή του να μαρτυρήσει για την αγία πίστη του. Όταν δε προσήλθε στον τόπο της εκτέλεσης προσευχόταν γονατιστός και ατάραχος μπροστά στο πολυάριθμο και μανιασμένο πλήθος των Τούρκων, Ελλήνων, Φράγκων και Αρμενίων. Γεμάτος χαρά και θάρρος, υπέμεινε με καρτερία το μαρτυρικό του θάνατο δι' αποκεφαλισμού, στις 26 Μαΐου 1794, γενόμενος έτσι κι εκείνος κάτοικος της άνω Ιερουσαλήμ και μέτοχος της ουράνιας δόξας.



Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐν ἀθλήσει νομίμως Μάρτυς ἠρίστευσας, καὶ τὸν σὲ τρώσαντα πρῲην κατηγωνίσω ἐχθρὸν, καὶ Μαρτύρων κοινωνὸς ὤφθης Ἀλέξανδρε. Ὅθεν ὡς ἅγιον βλαστόν, Θεσσαλονίκη σὲ τιμᾷ, καὶ πόθῳ σοι ἀνακράζει· Μὴ διαλίπῃς πρεσβεύων, ἐλεηθῆναι τοὺς τιμῶντάς σε.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἑορτάζει σήμερον, Θεσσαλονίκη ἡ πόλις, τὴν ἁγίαν μνήμην σου, Ἀλέξανδρε Νεομάρτυς· ταύτης γὰρ, γόνος καὶ βλάστημα θεῖον πέλων, ἤθλησας, ἐν Σμύρνῃ γνώμῃ ἀνδρειοτάτῃ, δι’ ἀγάπην τοῦ Κυρίου· ὅν ἐκδυσώπει σώζεσθαο ἅπαντας.

Μεγαλυνάριον
Ἤθλησας νομίμως ὑπὲρ Χριστοῦ, Ἀλέξανδρε Μάρτυς, καὶ καθεῖλες τὸν δυσμενῆ· ὅθεν σου τὴν μνήμην, Θεσσαλονίκη ἄγει, τιμῶσα τοὺς ἀγῶνας, τῆς σῆς ἀθλήσεως.
πηγή